«Αυτός ήταν 69 ετών, αυτή δεν είχε συμπληρώσει τα 15 όταν της επιτέθηκε άσεμνα»

Παρασκευή, 26/2/2021 - 10:55
Μικρογραφία

Τα Δικαστήρια έχουν ευθύνη, με τις ποινές που επιβάλλουν για τέτοια αδικήματα, στο πλαίσιο πάντα και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης, να συμβάλλουν στην προστασία των παιδιών από τέτοιες απαράδεκτες και ειδεχθείς συμπεριφορές, σημειώνει το Ανώτατο σε χθεσινή του απόφαση με την οποία απέρριψε έφεση σε σχέση με το ύψος ποινής που επιβλήθηκε πρωτόδικα σε καταδικασθέντα για σωρεία κατηγοριών που είχαν να κάνουν με την σεξουαλική εκμετάλλευση και σεξουαλική κακοποίηση παιδιού.

Συγκεκριμένα, ο Εφεσείων κρίθηκε ένοχος σε σειρά από σοβαρές κατηγορίες οι οποίες εδράζονταν στον περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμο του 2014, Ν 91(Ι)/2014.και του επιβλήθηκαν σωρεία ποινών με ανώτερη αυτή των 14 ετών, οι οποίες συντρέχουν.

Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, «η γενετήσια ελευθερία είναι έκφανση της προσωπικής ελευθερίας. Κάθε ενήλικο πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να τελεί γενετήσιες πράξεις με πρόσωπα που συνειδητά επιλέγει». Οι ανήλικοι, προστίθεται, «βρίσκονται σε μια κρίσιμη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους. Έχουν μειωμένη δυνατότητα αντίληψης των δικαιωμάτων τους και των συνεπειών των πράξεων τους. Κατ΄ επέκταση δεν έχουν την ωριμότητα να επιλέγουν τους ερωτικούς τους συντρόφους ή τα πρόσωπα με τα οποία θα αναπτύξουν σεξουαλικές δραστηριότητες».

Το Ανώτατο, έκρινε ότι «ορθά το Κακουργιοδικείο θεώρησε ως επιβαρυντικό παράγοντα και τη μεγάλη διαφορά στην ηλικία μεταξύ Εφεσείοντα και ανήλικης (the age gap)». «Να σημειώσουμε απλώς πως όταν ο Εφεσείων επιτέθηκε άσεμνα στην ανήλικη, αυτή δεν είχε ακόμη συμπληρώσει τα 15 έτη, ενώ αυτός ήταν 69 ετών περίπου», αναφέρεται. Ορθά επίσης, συνεχίζει η απόφαση του Ανωτάτου, «σημείωσε πως η εγκληματική δραστηριότητα του Εφεσείοντα εις βάρος της ανήλικης, κάλυπτε μια μεγάλη χρονική περίοδο κατά την οποία αυτός "προσχεδιασμένα και συστηματικά" διέπραττε εις βάρος της σοβαρά εγκλήματα σεξουαλικής φύσεως».

Σύμφωνα με το Ανώτατο, το Κακουργιοδικείο «ορθά σημειώνει πως τα αδικήματα που ο Εφεσείων διέπραξε "βρίσκονται σε εξαιρετικά ανησυχητική έξαρση με όλες τις ευρύτερες αρνητικές διαστάσεις και επιπτώσεις που επιφέρει στα θύματα και γενικότερα στη συνοχή των διαπροσωπικών αλλά και των οικογενειακών σχέσεων και δεσμών. …… Εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας για τις διαστάσεις που παίρνουν τέτοιας μορφής αδικήματα και συνάμα τον αποτροπιασμό και την αποστροφή μας"».

Τα Δικαστήρια, αναφέρει, «έχουν ευθύνη, με τις ποινές που επιβάλλουν για τέτοια αδικήματα, στο πλαίσιο πάντα και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης, να συμβάλλουν στην προστασία των παιδιών από τέτοιες απαράδεκτες και ειδεχθείς συμπεριφορές,». «Η επιβολή επιεικών ποινών για τέτοια αδικήματα και με τέτοιες περιστάσεις διάπραξης, θα έστελλε, όπως ορθά σημειώνει και το Κακουργιοδικείο, λανθασμένα μηνύματα τόσο προς την κοινωνία αλλά και σε κάθε επίδοξο παραβάτη», τονίζει.

«Η φύση των αδικημάτων που ο Εφεσείων διέπραξε, μαζί με τα ιδιαίτερα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, συνηγορούσαν υπέρ της επιβολής αποτρεπτικών ποινών, αφού προέχει η προστασία του έννομου αγαθού της ανηλικότητας από τέτοιες συμπεριφορές, οι οποίες προσβάλλουν την αγνότητα της παιδικής ηλικίας», υποδεικνύει.

«Έλαβε υπόψη του και τα προβλήματα υγείας του Εφεσείοντα, ως αυτά είχαν εκτεθεί από την Υπεράσπιση, για να σημειώσει, ορθά, ότι δεν έχει φανεί ότι αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Κράτους μας. Δεν αγνόησε ούτε το λευκό του ποινικό μητρώο ούτε τις υπόλοιπες οικογενειακές-προσωπικές του περιστάσεις, τις οποίες επίσης συνυπολόγισε, για να σημειώσει όμως πως σε τέτοια σοβαρά και ειδεχθή εγκλήματα, τα οποία δυστυχώς βρίσκονται σε έξαρση, οι προσωπικές περιστάσεις δεν μπορούν να έχουν καταλυτική επίδραση στην επιβολή της ποινής», συμπληρώνεται.

Σύμφωνα με το Ανώτατο, «πολύ ορθά έδωσε την έμφαση στο στοιχείο της αποτρεπτικότητας των ποινών, η οποία θα πρέπει να αντανακλάται στο ύψος τους».

Πηγή
ΚΥΠΕ