Καθαρά κέρδη €17,7 εκατ. ανακοίνωσε η Ελληνική Τράπεζα το πρώτο εξάμηνο του 2020

Παρασκευή, 25/9/2020 - 10:27
Μικρογραφία

Κέρδη €17,7 εκατομμυρίων μετά τη φορολογία ανακοίνωσε για το πρώτο μισό του έτους η Ελληνική Τράπεζα εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, σε σύγκριση με €58,3 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
 
Με κέρδη €20 εκατ. το δεύτερο εξάμηνο, η τράπεζα αντιστάθμισε τις ζημιές (€2,2 εκατ) του πρώτου τριμήνου, ενώ παρουσίασε αύξηση των κεφαλαιακών της δεικτών, με τον δείκτη CET1 να ανέρχεται σε 19,75% έναντι 19,22% το α’ τρίμηνο και τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας να διαμορφώνεται στο 22,2% το β’ τρίμηνο σε σύγκριση με 21,7% την πρώτη τριμηνία.
 
Οι συνολικές προβλέψεις για την εξαμηνία ανήλθαν σε €42,4 εκατ σε σύγκριση με €12,5 εκατ. το πρώτο εξάμηνο του 2020, αντανακλώντας τις αυξημένες ζημιές απομείωσης του δανειακού χαρτοφυλακίου λόγω της πανδημίας του Covid-19, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα €38,5 εκατ. (€33 εκατ το α’ τρίμηνο).
 
Σημαντική μείωση παρουσίασε ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων (ΜΕΧ) έναντι των συνολικών δανείων, ο οποίος υποχώρησε στο 19,5% (εξαιρουμένων των δανείων που καλύπτονται από τη συμφωνία προστασίας περιουσιακών στοιχείων, ΠΠΣ) σε σύγκριση με 24,9% αντανακλώντας κυρίως μη συμβατικές διαγραφές ύψους περίπου €0,5 δισ. που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της 2ης τριμηνίας του 2020.
 
Συνεχίζουμε «ως συνήθως»
 
Σε δήλωσή του, ο Φοίβος Στασόπουλος, προσωρινός Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής (ΑΕΔ) της τράπεζας, ανέφερε πως η κυπριακή οικονομία παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης μετά την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας μετά την άρση του lockdown και το ισχυρό δημοσιονομικό πακέτο στήριξης.
 
«Με ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια 22,22% και πλεονάζουσα ρευστότητα είμαστε σε θέση να στηρίξουμε τους βιώσιμους πελάτες μας σε αυτές τις άνευ προηγουμένου δύσκολες στιγμές», είπε, προσθέτοντας ότι τα νέα δάνεια το πρώτο μισό του έτους ανήλθαν σε €439 εκατ, ενώ παραχωρήθηκαν αναστολές δόσεων σε 21 χιλιάδες δανειολήπτες με δάνεια ύψους €2,8 δισ», είπε.
 
Παράλληλα στον απόηχο της αποχώρησης  του τέως ΑΕΔ Γιάννη Μάτση, ο κ. Στασόπουλος διαβεβαίωσε τους πελάτες της τράπεζας ότι «για εμάς στην Ελληνική Τράπεζα οι εργασίες συνεχίζονται ‘ως συνήθως’ δίνοντας έμφαση στη σταθερότητα, στη συνοχή και στην ανθεκτικότητα».
 
«Παραμένουμε προσηλωμένοι στους στρατηγικούς μας στόχους και στη μετεξέλιξη της Τράπεζας σε έναν σύγχρονο πελατοκεντρικό Οργανισμό που προσφέρει ανώτερα προϊόντα και υπηρεσίες, υψηλού επιπέδου εξυπηρέτηση και απρόσκοπτη εμπειρία στους πελάτες μας», κατέληξε.
 
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα καθαρά έσοδα από τόκους για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €140,5 εκατ., μειωμένα  κατά 7% σε σχέση με €151,1 εκατ. σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω των χαμηλότερων εσόδων από το εξυπηρετούμενο χαρτοφυλάκιο χορηγήσεων (μείωση των επιτοκίων δανεισμού) και στη μείωση των εσόδων από χρεόγραφα. Ωστόσο, τα καθαρά έσοδα από τόκους του β’ τριμήνου ανήλθαν σε €71,4 εκατ, σημειώνοντας αύξηση 3% σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας τις συνεχιζόμενες μειώσεις στο μέσο κόστος των καταθέσεων. Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο του Ομίλου για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθε στo 1,84%, έναντι 1,92% την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
 
Τα συνολικά έξοδα για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €124,5 εκατ. σε σύγκριση με €127,1 εκατ. κατά την  1η εξαμηνία του 2019, μειωμένα κατά 2% κυρίως λόγω της μείωσης στα συνολικά διοικητικά και άλλα έξοδα.  Tα συνολικά έξοδα της 2ης τριμηνίας του 2020 ανήλθαν σε €61,2 εκατ. μειωμένα κατά 3% σε σύγκριση με €63,3 εκατ. την 1η τριμηνία του 2020 κυρίως λόγω της μείωσης στα έξοδα προσωπικού.
 
Τα έξοδα προσωπικού για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €61,8 εκατ. και αντιστοιχούσαν στο 50% των συνολικών εξόδων του Ομίλου (1η εξαμηνία του 2019: 46%).
 
Συνεπώς, ο δείκτης εξόδων προς έσοδα για 1η εξαμηνία του 2020 διαμορφώθηκε στο 66,0% σε σύγκριση με 63,7% την 1η εξαμηνία του 2019, ενώ τη 2η τριμηνία του 2020 μειώθηκε στο 63,9% σε σύγκριση με 68,1% το πρώτο τρίμηνο.
 
Προβλέψεις €42,4 εκατ και αλλαγές στα στάδια IFRS σε δάνεια στον ξενοδοχειακό τομέα
 
Η χρέωση για ζημιές απομείωσης χρηματοοικονομικών μέσων και μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, ανήλθε στα €42,4 εκατ. για την 1η εξαμηνία του 2020 σημειώνοντας σημαντική αύξηση σε σύγκριση με €12,5 εκατ. την 1η εξαμηνία του 2019, με την αυξημένη χρέωση να οφείλεται στις αυξημένες προβλέψεις ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορωνοϊού (€38,5 εκατ.). Για το 2ο τρίμηνο η χρέωση απομείωσης ανήλθε σε €5,5 εκατ. αντανακλώντας αλλαγή σταδίων στον τομέα υπηρεσιών παροχής καταλύματος και σε αλλαγή σταδίων σε συγκεκριμένους πελάτες στον τομέα υπηρεσιών παροχής καταλύματος.

 
Οι καταθέσεις πελατών ανήλθαν σε €14,2 δισ. (31 Δεκεμβρίου 2019: €14,6 δισ.), με την μείωση της τάξης του 2% να οφείλεται κυρίως στις εκροές καταθέσεων κατά την 1η εξαμηνία του 2020 ως επακόλουθο των αρνητικών καταθετικών επιτοκίων που εφαρμόστηκαν τον Μάρτιο του 2020 σε λογαριασμούς επιχειρηματικών πελατών/ νομικών οντοτήτων.
 
Οι μεικτές χορηγήσεις σε πελάτες στις 30 Ιουνίου 2020 ανήλθαν σε €6,8 δισ., μειωμένες κατά 6% σε σύγκριση με €7.244 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2019, ενώ τα νέα δάνεια μειώθηκαν σχεδόν κατά το ήμισυ υποχωρώντας στα €439,4 εκατ το πρώτο μισό του έτους σε σύγκριση με €812 εκατ την αντίστοιχη περσινή περίοδο, αντανακλώντας την υποτονική δραστηριότητα στην οικονομία λόγω της πανδημίας.
 
Ο δείκτης καθαρών χορηγήσεων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε στο 42,1% στις 30 Ιουνίου 2020 (31 Δεκεμβρίου 2019: 40,9%).
 
Μείωση 21% στις ΜΕΧ ελέω λογιστικής διαγραφής 0,5 δις
 
Το χαρτοφυλάκιο των ΜΕΧ μειώθηκε κατά 21% το πρώτο εξάμηνο σε σύγκριση με τις 31 Δεκεμβρίου 2019, που αποδίδεται σε λογιστικές διαγραφές ΜΕΧ ύψους €0,5 δις. Σημειώνεται ότι οι διαγραφές είναι μη συμβατικές, δηλαδή η τράπεζα συνεχίζει να απαιτεί την καταβολή του ποσού από τον δανειολήπτη, αλλά διαγράφει το ποσό από τα βιβλία χρησιμοποιώντας τις συσσωρευμένες προβλέψεις της, χωρίς να έχει επίπτωση στα κεφάλαιά της.
 
Όπως αναφέρει η τράπεζα, πρόκειται για δάνεια με καθυστερήσεις πέραν των τεσσάρων ετών. Σημειώνει μάλιστα ότι μπορεί στο μέλλον να πραγματοποιήσει επιπρόσθετες μη συμβατικές διαγραφές στην μεικτή λογιστική αξία των ΜΕΧ, «όπου υπάρχει ελάχιστη πιθανότητα ανάκτησης με βάση την διαθέσιμη εξασφάλιση και στρατηγική ανάκαμψης που θα ακολουθηθεί».
 
Έτσι, ο δείκτης ΜΕΧ, εξαιρουμένων των κόκκινων δανείων που καλύπτονται από το ΠΠΣ, υποχώρησε στο 19,5% από 24,9% στο τέλος του 2019, ενώ δείκτης των καθαρών ΜΕΧ διαμορφώθηκε στο 6,1% και στο 3,5% εξαιρουμένων των ΜΕΧ που καλύπτονται από το ΠΠΣ.
 
Σε απόλυτους αριθμούς, οι ΜΕΧ υποχώρησαν στα €1,8 δις το πρώτο μισό του 2020 έναντι €2,7 δις στο τέλος Δεκεμβρίου του 2019. Όπως αναφέρεται, οι τερματισμένοι λογαριασμοί οι οποίοι περιλαμβάνονταν στις ΜΕΧ ανήλθαν στις 30 Ιουνίου 2020 σε €952 εκατ. (31 Δεκεμβρίου 2019: €1.435 εκατ.) ενώ οι μεικτές χορηγήσεις με ρυθμιστικά μέτρα στις 30 Ιουνίου 2020 ανήλθαν σε €1.076 εκατ. (31 Δεκεμβρίου 2019: €1.225 εκατ.).
 
Ο δείκτης κάλυψης των προβλέψεων των ΜΕΧ ανήλθε στο 46,5% στις 30 Ιουνίου 2020 (31 Δεκεμβρίου 2019: 55,6% ), ενώ εξαιρουμένων των ΜΕΧ που καλύπτονται από την συμφωνία ΠΠΣ αναπροσαρμόζεται σε 58,3% (31 Δεκεμβρίου 2019: 67,4%).
 
Το ποσό των μεικτών χορηγήσεων σε πελάτες στις 30 Ιουνίου 2020 που υπόκεινται σε μορατόριουμ για την αποπληρωμή δανείων ανήλθε σε  €2,8 δις, που αντιστοιχεί στο 55% των μεικτών εξυπηρετούμενων δανείων.
 
Στασιμότητα στο απόθεμα ακινήτων
 
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα αποθέματα ακινήτων, τα οποία ως επί το πλείστων προέκυψαν από διακανονισμό χρεών των πελατών, ανήλθαν σε €184,9 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2020, σε σύγκριση με €182 εκατ. το πρώτο τρίμηνο.  Οι προσθήκες μέσω διακανονισμού χρεών πελατών την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €16,2 εκατ. ενώ έγιναν πωλήσεις ύψους €7,7 εκατ. και ποσό απομείωσης ύψους €1,0 εκατ.
 
Αύξηση επενδύσεων
 
Η τράπεζα αξιοποίησε την υπερβάλλουσα της ρευστότητα με επενδύσεις σε ομόλογα, τα οποία στο τέλος του εξαμήνου ανήλθαν σε €5,76 δις από €4,83 δις στο τέλος Μαρτίου. Η ρευστότητα της τράπεζας μειώθηκε στα €3,47 δις από €4,35 δις, με τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας να ανέρχεται στο 487% και το πλεόνασμα ρευστότητας να διαμορφώνεται στα €5,6 δις στο τέλος Ιουνίου από €6,1 δις στο τέλος του πρώτου τριμήνου.