Γιατί έχασε τις εκλογές ο Ντόναλτ Τραμπ;

Κυριακή, 8/11/2020 - 11:02
Μικρογραφία

To 2016 o Ντόναλτ Τραμπ άφησε τους πάντες άφωνους όταν κατάφερε να διαψεύσει τις δημοσκοπήσεις και χωρίς να εξασφαλίσει τη λαϊκή ψήφο συγκέντρωσε τον απαραίτητο αριθμό εκλεκτόρων και κέρδισε τη Δημοκρατική υποψήφιο Χίλαρι Κλίντον. Το 2020, τέσσερα χρόνια μετά που κυβέρνησε τη χώρα, έχασε εκ νέου τη λαϊκή ψήφο και έγινε ο 6ος Πρόεδρος στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών που δεν πέτυχε την επανεκλογή του. Ο τελευταίος ήταν ο Τζιορτζ Μπους ο γηραιότερος το 1992.

Ο Ντόναλτ Τραμπ κέρδισε στις εκλογές περισσότερες από 70 εκατομμύρια ψήφους, ποσοστό 47% και 24 συνολικά πολιτείες, συμπεριλαμβανομένων της Φλόριδας και του Τέξας. Ο αριθμός ψήφων ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος στην ιστορία των ΗΠΑ.

Η επιρροή του σε μεγάλα τμήματα των ΗΠΑ έφτασε σε εξαιρετικά επίπεδα με αρκετούς υποστηρικτές του να τον υποστηρίζουν σε επίπεδα λατρείας, ωστόσο έγινε ο πρώτος Πρόεδρος που έχασε τη λαϊκή ψήφο σε διαδοχικές εκλογές.

Όταν κέρδισε την Προεδρία της χώρας το 2016, οφειλόταν κυρίως στο γεγονός ότι ήρθε και παρουσίασε τον εαυτό του ως ένα πολιτικό εκτός του παραδοσιακού πολιτικού κατεστημένου των ΗΠΑ, ο οποίος ήταν έτοιμος να μιλήσει όπως δεν τόλμησε κανείς άλλος μέχρι τότε. Το 2020, έχασε τις εκλογές, σχεδόν για τους ίδιους λόγους για τους οποίους τις κέρδισε. Ήταν ένας άνθρωπος εκτός του παραδοσιακού πολιτικού κατεστημένου των ΗΠΑ, που έλεγε πράγματα τα οποία στο παρελθόν δεν λέχθηκαν από κανένα.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΤΡΑΜΠ

Εύστοχα θέλοντας να δείξει το μέγεθος της “λατρείας” των οπαδών του προς τον Τραμπ, ο ανταποκριτής του BBC στη Νέα Υόρκη, Νικ Μπράιν αναφέρει ότι η εκλογή βάση του Τραμπ θα τον ψήφιζε ακόμα και αν πυροβολούσε κάποιον στην 5η Λεωφόρο. Όμως υπήρξε και μια σημαντική μερίδα ψηφοφόρων, που αν και στήριζαν τις πολιτικές του γενικότερα, αυτή τη φορά δεν τον ψήφισαν εξαιτίας της επιθετικής και ακραίας συμπεριφοράς του.

Αυτό διαφαίνεται ιδιαίτερα από τα αποτελέσματα στα προάστια όπου ο Μπάιντεν κατάφερε νε ξεπεράσει τις επιδόσεις της Χίλαρι Κλίντον το 2016, κερδίζοντας 373 προαστιακές επαρχίες σε Πενσυλβάνια, Μίσιγκαν και Γουισκόνσιν όπως επίσης και στην Τζιόρτζια και την Αριζόνα. Ο Τραμπ είχε ιδιαίτερο πρόβλημα ιδιαίτερα στις γυναίκες ψηφοφόρους των προαστίων.

Το πρόβλημα του Τραμπ στους πιο μορφωμένους ψηφοφόρους των Ρεπουμπλικάνων είχε διαφανεί από τις ενδιάμεσες εκλογές του 2018. Υπήρχαν άνθρωποι αυτής της κατηγορίας που από τη μια του έδωσαν τότε μια δεύτερη ευκαιρία, αλλά διέκριναν παράλληλα αρκετά προβλήματα στην Προεδρία του και σε πολλές περιπτώσεις αυτά οφείλονταν στην εξαιρετικά ασύμβατη συμπεριφορά του Τραμπ.

Η επιθετικότητα του, η γλώσσα που έφτανε στα όρια του ρατσισμού σε βάρος συγκεκριμένων μειονοτήτων της χώρας, η αδυναμία του να καταδικάσει ακροδεξιές οργανώσεις, η αποτυχία του να συνεργαστεί με παραδοσιακούς σύμμαχους της χώρας και ο θαυμασμός του προς αυταρχικούς ηγέτες όπως ο Πούτιν, ήταν κάποια στοιχεία που άρχισαν να προβληματίζουν σοβαρά το πιο μορφωμένο ακαδημαϊκά τμήμα Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο ο ίδιος παρουσίαζε τον εαυτό του ως ένα εξαιρετικό εφυή άνθρωπο ο οποίος σε διάφορες όμως περιπτώσεις αναπαρήγαγε θεωρίες συνωμοσίας, ενοχλούσε.

Τα τελευταία 24ωρα η άρνηση του να αποδεχθεί τα αποτελέσματα των εκλογών επιβεβαίωσε τις ανησυχίες αυτές. Η εποχή Τραμπ με όλα τα “συστατικά” της στοιχεία, έφτασε στο τέλος της όταν οι άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής κουράστηκαν. Η κόπωση εξαιτίας των αδιόρθωτων συμπεριφορών του απερχόμενου Αμερικανού Προέδρου, η διχόνοια στη χώρα και οι ακρότητες που εξελίχθηκαν τους τελευταίους μήνες στους δρόμους των πόλεων, κατέστησαν στο μυαλό της πλειοψηφίας των Αμερικανών πολιτών την “κανονικότητα” ως το πιο σημαντικό στοιχείο που ήθελαν για την επόμενη ημέρα των εκλογών στη χώρα τους.

Ήταν η επιθετική αντιμετώπιση του “κατεστημένου της Ουάσιγκτον” και οι ενέργειες του μετά την εκλογή του το 2016; Ήταν η διαχείριση του κορωνοϊού;

Η απάντηση είναι πως ο ανορθόδοξος τρόπος με τον οποίο κυβέρνηση τη χώρα, η επιθετική προσέγγιση του για την υλοποίηση του “οράματος” του για τη χώρα κούρασαν τους πολίτες που είχαν όπως αποδείχθηκε περισσότερο ανάγκη την ηρεμία και την κανονικότητα.

Οι εκτιμήσεις είναι πως ο Τραμπ θα εξακολουθήσει να αποτελεί μέρος του δημόσιου διαλόγου για αρκετό καιρό ακόμα ενώ δεν θα πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο να επιχειρήσει να διεκδικήσει εκ νέου την Προεδρία της χώρας το 2024.