Καταγγελτική επιστολή προς τον Τράμπ για την στάση της Τουρκίας στην ΑΟΖ

Πέμπτη, 1/3/2018 - 07:36
Μικρογραφία

Tη στάση της Άγκυρας και τις αρνητικές επιπτώσεις στα αμερικανικά συμφέροντα για την ασφάλεια στην περιοχή τονίζει σε επιστολή του προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ο Πρόεδρος του Αμερικανο-Ελληνικού Ινστιτούτου (ΑΗΙ), Νίκος Λαρυγγάκης. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην παρεμπόδιση με πολεμικά πλοία της πλωτής πλατφόρμας της ΕΝΙ να προσεγγίσει το τεμάχιο 3 της Κυπριακής ΑΟΖ.

Με την επιστολή καταγγέλλει την τουρκική επιθετικότητα και τις προσκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή και ζητά από τον Πρόεδρο Τραμπ να καταδικάσει σθεναρά την επιθετικότητα και τις προκλήσεις της Τουρκίας, οι οποίες στρέφονται σε βάρος των ΗΠΑ, της Ελλάδας, της Κύπρου και διεθνών εταιρειών, παραθέτοντας τα διάφορα περιστατικά που έλαβαν χώρα το Φεβρουάριο.

Ο Πρόεδρος του ΑΗΙ επισημαίνει στον Πρόεδρο Τραμπ ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει το κυριαρχικό δικαίωμα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο να διερευνήσει και να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς της πόρους στην αποκλειστική οικονομική της ζώνη, καθώς και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δήλωσαν επανειλημμένα ότι υποστηρίζουν το κυριαρχικό δικαίωμα της Κύπρου να διερευνήσει την ενέργεια στις υπεράκτιες περιοχές της, πιο πρόσφατα από εκπρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

«Η Τουρκία είναι μια σημαντική δύναμη αστάθειας και μία αποτυχημένη σύμμαχος των ΗΠΑ. Ιστορικά, αυτό είναι που συμβαίνει. Η Τουρκία το απέδειξε για άλλη μια φορά σε σύντομο χρονικό διάστημα τριών εβδομάδων αυτό το μήνα. Οι επιθετικές και προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας που απευθύνονται σε βάρος των ΗΠΑ και των συμμάχων τους Ελλάδα και Κύπρο, είναι εμφανείς, απερίσκεπτες και επικίνδυνες».

Για την περίπτωση της Ελλάδας κάνει εκτενή αναφορά στο επεισόδιο στα Ίμια, με τον εμβολισμό σκάφος του Λιμενικού από τουρκικό πολεμικό πλοίο  και τις μαζικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά.

Αναφορά γίνεται τέλος στην επιστολή και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας σε βάρος των Κούρδων της Συρίας, συμμάχων των ΗΠΑ, αλλά και την πρόθεση της τουρκικής κυβέρνησης για αγορά ρωσικών πυραύλων S-400, παρά την αντίθεση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.