Ερυθρός Αστέρας: «Σημαδεμένος» από πολέμους

Τρίτη, 15/9/2020 - 21:24
Μικρογραφία

Η ιστορία του Ερυθρού Αστέρα είναι στιγματισμένη -στην κυριολεξία- από πόλεμους. Η ίδρυσή του χρονολογείται προς το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ λίγο μετά την κορυφαία στιγμή της ιστορίας του, άρχισε ο εμφύλιος της Γιουγκοσλαβίας.

Οι «ερυθρόλευκοι» του Βελιγραδίου αποτελούν την πλέον πετυχημένη ομάδα του ποδοσφαίρου της Σερβίας, αλλά και της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ιδρύθηκε στις 4 Μαρτίου του 1945, λίγους μήνες πριν το τέλος του πολέμου και την κατάργηση της μοναρχίας στη χώρα, όταν δηλαδή ανέβηκε στην εξουσία ο Τίτο. Επί της ουσίας, ο Ερυθρός Αστέρας αντικατέστησε την «SK Jugoslavija», μιας και υιοθέτησε τα χρώματά της (κόκκινο-άσπρο), χρησιμοποίησε το γήπεδό της και τα γραφεία της, με τη διαφορά ότι υπήρξε αλλαγή στο έμβλημα, στο οποίο προστέθηκε ένα κόκκινο αστέρι.

Οι πρώτες διακρίσεις

Στην πρώτη του 15ετία, ο Ερυθρός Αστέρας κατάφερε να γίνει μια υπολογίσιμη δύναμη, όχι μόνο εντός της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και στην Ευρώπη. Τη σεζόν 1956/57 έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, γνωρίζοντας τον αποκλεισμό από τη Φιορεντίνα σε διπλές αναμετρήσεις, ενώ μία χρονιά αργότερα αποκλείστηκε από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το παιχνίδι στο Βελιγράδι ήταν σημαδιακό, αφού μετά από αυτό ακολούθησε η αεροπορική τραγωδία του Μονάχου, όπου οκτώ παίκτες των «κόκκινων διαβόλων» έχασαν τη ζωή τους. Εντός των συνόρων, οι «ερυθρόλευκοι» είχαν δημιουργήσει τη δική τους αυτοκρατορία με έξι πρωταθλήματα Γιουγκοσλαβίας και πέντε Κύπελλα.

Η πορεία προς την κορυφή

Έχοντας χτίσει τη δική του κυριαρχία στη χώρα, ο Αστέρας πάλευε για μια σπουδαία ευρωπαϊκή διάκριση. Έφτασε ξανά κοντά σε τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών, γνωρίζοντας ωστόσο τον αποκλεισμό από τον Παναθηναϊκό το 1971 στα ημιτελικά, ενώ τη σεζόν 1974/75 έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Εντέλει, ο πρώτος ευρωπαϊκός τελικός ήρθε το 1979, όταν κι αντιμετώπισε τη Γκλάντμπαχ σε διπλούς αγώνες για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Στο Βελιγράδι, μπροστά σε 90 χιλιάδες οπαδούς του, ο Αστέρας έμεινε στο 1-1 έχοντας ως σκόρερ τον (μετέπειτα παίκτη του Ολυμπιακού Πειραιώς) Μίλος Σέστιτς, όμως στον επαναληπτικό ηττήθηκε με 1-0 με πέναλτι του σπουδαίου Άλαν Σίμονσεν.

Το «θαύμα» του Μπάρι

Κι ενώ κατά τη δεκαετία του 80' έκανε αξιοπρεπέστατες πορείες στα ευρωπαϊκά Κύπελλα με τρεις παρουσίες στα προημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και μία ακόμη στο Κύπελλο Κυπελλούχων, έπρεπε να φτάσουμε στις αρχές της επόμενης δεκαετίας για να τον δούμε για πρώτη φορά σε τελικό.

Στις τάξεις του, ο Αστέρας είχε σπουδαίους παίκτες από όλη την ενωμένη Γιουγκοσλαβία. Είχε κατά βάση Σέρβους, όπως ο Σίνισα Μιχάιλοβιτς ή ο Στέφαν Στογιάνοβιτς, όμως είχε κι άλλους, όπως τον Κροάτη Ρόμπερτ Προτσινέτσκι, τον Βόσνιο Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς, τον Μαυροβούνιο Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς και τον Ντάρκο Πάντσεφ από τη σημερινή Βόρεια Μακεδονία. Μοναδικός ξένος ήταν ο Ρουμάνος Μίογκραντ Μπελοντέντιτσι, ο οποίος ωστόσο έχει σερβικές ρίζες. Καθοδηγητής αυτής της ομάδας ήταν ο Λιούπκο Πέτροβιτς.

Αποκλείοντας κατά σειρά τις Γκρασχόπερς, Ρέιτζερς, Ντινάμο Δρέσδης και Μπάγερν Μονάχου, οι «ερυθρόλευκοι» πήραν το εισιτήριο του τελικού. Αντίπαλός τους εκείνο το βράδυ της 26ς Μαΐου του 1991 η Μαρσέιγ, που θεωρούταν το φαβορί, μιας και ο Μπερνάρ Ταπί είχε ρίξει αρκετά χρήματα εκείνη την εποχή.

zvezda bari

Εκείνος ο τελικός έχει μείνει στην ιστορία ως ο πιο βαρετός, ωστόσο αυτό δεν είχε καμία σημασία για την ομάδα του Βελιγραδίου. Το ματς εντέλει πήγε στα πέναλτι, με τον Αστέρα να επικρατεί με 5-3 στη ψυχοφθόρο διαδικασία και να καταφέρνει ό,τι καμία άλλη ομάδα από τη Γιουγκοσλαβία. Η μόνη που έφτασε κοντά ήταν η Παρτίζαν το 1966, η οπoία ηττήθηκε με 2-1 από τη Ρεάλ Μαδρίτης.

Η «διάλυση»

Ο Ερυθρός Αστέρας ήταν στην κορυφή της Ευρώπης, όμως η ατμόσφαιρα στη Γιουγκοσλαβία μύριζε... μπαρούτι. Μόλις δύο εβδομάδες αργότερα, ο Ρόμπερτ Προτσινέτσκι αγωνίστηκε για τελευταία φορά με την εθνική ομάδα, καθώς λίγους μήνες μετά άρχισε ο εμφύλιος. Η διάλυση της χώρας, σήμανε και τη «διάλυση» εκείνης της εκπληκτικής φουρνιάς των «ερυθρόλευκων», που έκαναν αρκετά χρόνια για να βρουν τα πατήματά τους. Η επιστροφή τους στη φάση των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ το 2018 σήμανε μια νέα εποχή, όμως, κακά τα ψέματα, τα δεδομένα είναι πλέον τελείως διαφορετικά.