Θέματα νομιμότητας και χρηστής διοίκησης στον Επαρχιακό Οργανισμό Αυτοδιοίκησης Λευκωσίας εγείρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου που διενήργησε για τη στέγαση της νέας Διεύθυνσης Αδειοδότησης Ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, το αρχικό πλάνο του ΕΟΑ προνοούσε ότι οι ανάγκες στέγασης θα καλύπτονταν μέσω του κτηρίου του πρώην ΣΥΛ, επί της λεωφόρου Αθαλάσσας. Για το σκοπό αυτό το κτήριο βρισκόταν σε διαδικασία ανακαίνισης. Στη συνέχεια, το αρχικό πλάνο διαφοροποιήθηκε και αποφασίστηκε η ανέγερση επιπρόσθετου ορόφου και μιας αποθήκης.
Τότε η Αναθέτουσα Αρχή (ΑΑ) – πρώην ΣΥΛ, επικαλέστηκε κατεπείγουσα ανάγκη και προχώρησε σε διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση, απευθείας με τον εργολάβο που εκτελούσε το έργο ανακαίνισης του κτηρίου. Υπό την πίεση του χρόνου, η συμφωνία «έκλεισε» στο ποσό των €1,54 εκ., πολύ πιο κοντά στις απαιτήσεις του εργολάβου παρά με την εκτιμώμενη αξία και με χρόνο παράδοσης
τις 20 ημέρες.
H Ειδική Έκθεση με θέμα «Στέγαση της Διεύθυνσης Αδειοδότησης Ανάπτυξης του ΕΟΑ Λευκωσίας» ετοιμάστηκε από την Υπηρεσία μας και βρίσκεται στην ιστοσελίδα μας: https://t.co/zOoRxeJNMy pic.twitter.com/Yk7P7UCYkv
— ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ (AUDIT OFFICE OF CYPRUS) (@Audit_Office_Cy) June 11, 2025
Λόγω του εξωπραγματικού χρόνου υλοποίησης, η Ελεγκτική Υπηρεσία προέβη άμεσα σε επιτόπιο έλεγχο και διαπίστωσε ότι ενώ η σύμβαση για ανέγερση του ορόφου υπεγράφη στις 4.6.2024, οι σχετικές εργασίες, μια μέρα αργότερα, δηλαδή στις 5.6.2024, είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί. Παρόλο που το έργο ολοκληρώθηκε εντός χρονοδιαγραμμάτων, εντούτοις λόγω του κακού προγραμματισμού, η ΑΑ αναγκάστηκε να λειτουργήσει κάτω από πολύ ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα με αποτέλεσμα
οι ενέργειες που ακολουθήθηκαν να μην ήταν οι ενδεδειγμένες ή/και οι σύννομες:
- Υπήρξε επίκληση του άρθρου 44(δ) το οποίο δεν δικαιολογείται, καθώς η ανάγκη στέγασης ήταν για το κράτος προβλέψιμη αφού η ημερομηνία έναρξης των ΕΟΑ ήταν γνωστή δύο χρόνια νωρίτερα.
- Επετράπη η υλοποίηση του έργου πριν ακολουθηθούν οι νενομισμένες διαδικασίες, πριν υπογραφεί συμβόλαιο, και χωρίς να προηγηθεί μελέτη οικονομικού αντικτύπου όπου θα αξιολογούνταν και άλλες επιλογές.
- Υπήρξε απόκρυψη πραγματικών δεδομένων κατά τις εγκρίσεις, αφού δεν αναφέρθηκε το γεγονός ότι το έργο βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη.
- Ο εργολάβος είχε προεξοφλήσει την ανάθεση του έργου γι’ αυτό και προχώρησε στην υλοποίηση του έργου πριν την υπογραφή συμβολαίου.
- Η διαπραγμάτευση μεταξύ ΑΑ και εργολάβου έγινε υπό πολύ δυσμενείς συνθήκες για την ΑΑ και πολύ ευνοϊκές για τον εργολάβο.
- Δεν εξασφαλίστηκαν ανταγωνιστικές τιμές – το κόστος του έργου ξεπέρασε την εκτιμώμενη
αξία κατά €200.000. - Καταβλήθηκαν επιπλέον €100.000 ως κίνητρο για επίσπευση του έργου παρόλο που την ώρα της υπογραφής της σύμβασης το έργο είχε σχεδόν ολοκληρωθεί.
Η απάντηση του ΕΟΑ Λευκωσίας
Για δημοσιεύματα που δεν αποδίδουν το σύνολο της εικόνας και εστιάζουν επιλεκτικά και αποσπασματικά σε αναφορές της Έκθεσης, υποβαθμίζοντας ή και παραγνωρίζοντας εντελώς τους ουσιαστικούς λόγους που οδήγησαν την Υπηρεσία να ενεργήσει άμεσα και αποτελεσματικά για την ολοκλήρωση του κτηρίου, κάνει λόγο ο Επαρχιακός Οργανισμός Αυτοδιοίκησης Λευκωσίας.
«Η ολοκλήρωση των κτηριακών εγκαταστάσεων της Διεύθυνσης Αδειοδότησης της Ανάπτυξης του ΕΟΑ Λευκωσίας κρίθηκε αναγκαία για την κάλυψη επείγουσας ανάγκης στέγασης και για την κατά το δυνατόν ομαλότερη λειτουργία της Διεύθυνσης κατά την κρίσιμη φάση έναρξης της μεταρρύθμισης. Υπάρχει διαφορετική προσέγγιση ως προς το εάν η υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου έπρεπε να είχε προχωρήσει με τον τρόπο που ολοκληρώθηκε ή κατά πόσον έπρεπε να ακολουθηθεί η διαδικασία που περιγράφεται στην Έκθεση. Η θέση μας είναι ότι, υπό τις τότε συνθήκες, οφείλαμε να κινηθούμε άμεσα και απολύτως αποτελεσματικά, με γνώμονα το κοινό καλό και όφελος.
Ο σχεδιασμός για τη Διεύθυνση Αδειοδότησης – μέχρι και έξι μήνες περίπου πριν την έναρξη λειτουργίας του ΕΟΑ – προνοούσε τη μεταφορά 60 εργαζομένων,. Στη συνέχεια όμως λήφθηκε απόφαση να ανατεθούν στον ΕΟΑ οι 13.500 εκκρεμούσες αιτήσεις και μαζί τους να μεταφερθούν ακόμη 35 εργαζόμενοι, σύνολο 95. Η διαφοροποίηση αυτή καθιστούσε την ανέγερση δεύτερου ορόφου, μάλιστα μέσα σε ελάχιστο χρόνο, επιβεβλημένη.
Λάβαμε την απόφαση διαπραγμάτευσης με τον ίδιο εργολάβο, με πλήρη διαφάνεια και με τη συμβολή των Συμβουλίων και των αρμόδιων Υπουργείων, ενημερώνοντας ακόμη και τα γραφεία του Γενικού Ελεγκτή και του Γενικού Λογιστή.
Για την υλοποίηση των πρόσθετων εργασιών, ενεργήσαμε, όπως αναφέρεται και στην Έκθεση, βάσει του Άρθρου 44(δ) του Νόμου [Ν.140(Ι)/2016] για λόγους «…κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα τα οποία ο αναθέτων φορέας δεν θα μπορούσε να προβλέψει και δεν απορρέουν από δική του ευθύνη…» καθώς επίσης και λόγω του ότι «…δεν ήταν δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές, ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού…».
Το έργο ολοκληρώθηκε πριν την 1η Ιουλίου 2024 (ο δεύτερος όροφος σε 4 μήνες). Οι εργαζόμενοι στεγάστηκαν σε σύγχρονες, λειτουργικές εγκαταστάσεις και τα φυσικά αρχεία αρχειοθετήθηκαν σε ανεξάρτητο χώρο, χωρίς καθυστερήσεις ή διακοπή λειτουργίας.
Οποιαδήποτε άλλη επιλογή θα ήταν:
(α) Λιγότερο λειτουργική, καθώς το πρόσθετο προσωπικό από τις 11 διαφορετικές οικοδομικές Αρχές και τις 2 πολεοδομικές Αρχές, θα στεγαζόταν σε διαφορετικά κτίρια, αποτρέποντας την όποια πιθανότητα και δυνατότητα γρήγορης δημιουργίας ενιαίας ομάδας, ενιαίας νοοτροπίας και φυσικά ενιαίας ερμηνείας και εφαρμογής των νομοθεσιών, που αποτελούσαν κύριους στόχους της μεταρρύθμισης, και
(β) Λιγότερο συμφέρουσα οικονομικά. Εάν δεν ολοκληρωνόταν το κτίριο θα αναγκαζόμασταν να ενοικιάσουμε γραφεία. Ενώ τώρα το κόστος του έργου θα αποσβεστεί σε περίπου τρία χρόνια από την ημερομηνία παραλαβής του με βάση τις αξίες ενοικίων στη περιοχή.
Τα γεγονότα, όπως παρουσιάζονται σε κάποια σχετικά δημοσιεύματα δεν αποδίδουν το σύνολο της εικόνας. Εστιάζουν επιλεκτικά και αποσπασματικά σε αναφορές της Έκθεσης, υποβαθμίζοντας ή και παραγνωρίζοντας εντελώς τους ουσιαστικούς λόγους που οδήγησαν την Υπηρεσία να ενεργήσει άμεσα και αποτελεσματικά για την ολοκλήρωση του κτηρίου.
Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, θα μελετήσουμε με προσοχή της Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και θα λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη τις επισημάνσεις και παρατηρήσεις της για μελλοντικές μας ενέργειες.»