Οδοιπορικό πόνου στα κατεχόμενα

Τρίτη, 18/10/2022 - 09:50
Μικρογραφία

Της Ελίνας Σταματίου

Σάββατο η ώρα 08.00 το πρωί. Μόλις έχουμε περάσει το οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου και κατευθυνόμαστε προς την Κερύνεια. Προορισμός μας, το Αγριδάκι, ένα μικρό χωριό ριζωμένο στους πρόποδες του Πενταδάκτυλου.

Στο μικρό λεωφορείο μαζί μου, ο Κοινοτάρχης κ. Νίκος Ανθίμου και ακόμη τέσσερις Αγριδακιώτες (μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου και της εκκλησιαστικής επιτροπής) που το 1974 άφησαν εκεί ψυχή, όνειρα, αναμνήσεις και ξεριζώθηκαν απ’ τον τόπο τους.

Για πρώτη φορά ταξίδευα σε αυτά τα μέρη. Στόχος μου, η συλλογή υλικού για τις ανάγκες της συγγραφής του δεύτερού μου βιβλίου.  Η καθοδήγηση από τους συνταξιδιώτες μου ήταν κάτι περισσότερο από αναγκαία, μιας και οι εικόνες που εναλλάσσονταν αστραπιαία καθ’ όλη τη διαδρομή, άγνωστες για μένα και πρωτόγνωρες.

Πολύ σύντομα φτάσαμε στον προορισμό μας. Κατεβαίνοντας μπορούσα να διακρίνω από μακριά μια συστάδα παλιών σπιτιών απλωμένων στις παρυφές του Πενταδάκτυλου. Το μικρό Αγριδάκι ήταν μπροστά μου, και αν και σε κάποια απόσταση, μπορούσα να αισθανθώ την μυρωδιά της εγκατάλειψης και της ερήμωσής του.

3

Το άλλοτε αμιγώς κατοικούμενο από Ε/κ χωριό, πλέον κατοικείται από 60 μόλις Τ/κ, στην πλειοψηφία τους κτηνοτρόφοι, που διατηρούν μικρές φάρμες με ζώα και βιοπορίζονται από αυτά. Παιδικές φωνές ανύπαρκτες, αφού όπως με ενημέρωσαν μόνο ένα παιδί ζει πλέον εκεί.

Πριν κατευθυνθούμε προς την πλατεία επιλέξαμε να κάνουμε μια μικρή ανάβαση προς το ξωκλήσι του Αγίου Γορδίου. Ένα ιστορικό κτίσμα από το οποίο, ελάχιστα άφησε πίσω του ο αδυσώπητος χρόνος.

Η διαδρομή δύσκολη, αλλά και απολαυστική. Ανάμεσα στις πέτρες που ποτέ δεν υποτάχθηκαν στο πέρασμα των αιώνων, έστεκε μπροστά μας επιβλητική η οροσειρά  του Πενταδάκτυλου, προκαλώντας δέος.

4

Συνεχίζοντας τη διαδρομή, δεξιά κι αριστερά έβλεπες τη φύση να σου χαρίζει απλόχερα κάθε λογής καλό, χωρίς να ζητά αντάλλαγμα. Παπουτσοσυκιές, τριμιθκιές, υπεραιωνόβια ελαιόδεντρα, μέσπιλα, θυμάρι, συκιές, ροδιές, όλα ζωντανά χωρίς να τα έχει αγγίξει ανθρώπινο χέρι, παρά μόνο το νερό της βροχής.

3

Φτάνοντας στον Άγιο Γόρδιο είδαμε ό,τι είχε απομείνει από το παλιό ξωκλήσι στο οποίο οι κάτοικοι του Αγριδακίου αλλά και των γειτονικών χωριών, συνήθιζαν κάθε Δευτέρα της Λαμπρής να εορτάζουν την μνήμη του.

4

Αν θα διαχώριζα το οδοιπορικό αυτό σε δύο μέρη, το ένα θα ήταν το φωτεινό που μας πρόσφερε η πεζοπορία μας μας προς τον Άγιο Γόρδιο. Το άλλο, το σκοτεινό, ακολούθησε μετά την κατάβασή μας όταν πια μπήκαμε στο χωριό και ήρθαμε αντιμέτωποι με την ιστορική πραγματικότητα του πολέμου και της κατοχής. Τα περισσότερα σπίτια γκρεμισμένα, ενώ από όσα έστεκαν ακόμη όρθια, άκουγες μοναχά το “κύκνειο άσμα” τους.  Στην πλατεία του χωριού ο άλλοτε γεμάτος γέλια, πειράγματα, μικροτσακωμούς καφενές, δεν ήταν πλέον τίποτα άλλο, παρά ένα αμπαρωμένο ερείπιο.

5

Τα βήματά μας κάποια στιγμή μας οδήγησαν στην εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους, ένα μεγάλο οικοδόμημα που χρονολογείται από το 1820 και που ανακαινίσθηκε το 1921. Ο Ναός αυτός μέχρι και την εισβολή αποτελούσε το κέντρο κάθε κοινωνικής δραστηριότητας των κατοίκων του χωριού. Γάμοι, κηδείες, βαφτίσεις, η ετήσια πανήγυρης στις 10 Φεβρουαρίου, όλα ζωντάνευαν εδώ. Η εξωτερική του εικόνα αν και ταλαιπωρημένη, δεν σε προετοίμαζε για τα όσα θα συναντούσες μπαίνοντας μέσα.

6

Ο σεβασμός των νεκρών και των ιερών είναι δείγμα πολιτισμού κάθε λαού, κατακτητή και κατακτημένου. Οτιδήποτε έξω από αυτό, δεν είναι παρά ιεροσυλία. Αυτό έζησα περνώντας τη βαριά ξύλινη πύλη της εκκλησίας… την ιεροσυλία σε όλο της το εύρος. Σακιά κριθαριού στοιβαγμένα περιμετρικά στο εσωτερικό του, στο πάτωμα σκουπίδια και ό,τι άλλο έπεφτε από την μεταφορά των εμπορευμάτων -σε σημείο μάλιστα που αδυνατούσες να δεις το πέτρινο δάπεδο.

7

Στην Αγία Τράπεζα πεταμένες σακούλες, ξεραμένα χαρούπια, και χαραγμένες τούρκικες λέξεις πάνω στο μάρμαρο. Το εικονοστάσι όπως και η καμπάνα εξαφανισμένα. Οι μόνοι σταυροί που είχαν απομείνει στον ιερό τούτο τόπο, ήταν οι κόκκινοι σταυροί που βάφτηκαν στους τοίχους όταν ανακαινίσθηκε η Εκκλησία.

Σε κάποιο σημείο πάνω από τις στοίβες σακιών κριθαριού διέκρινα μια επιγραφή: “Επί Π. Μητροπολίτου Κυρηνείας κ. Μακαρίου δαπάνας Χ. Νικολάου και Χ. Παρασκευής εξ Αργακίου. Τη 10η Φεβρουαρίου 1921”. Ήταν η χρονολογία κατά την οποία ανακαινίσθηκε ο Ναός.

8

Προσπάθησα να βρω μία εικόνα -έστω μία- το μόνο όμως που βρήκαμε ήταν μια πλαστικοποιημένη μικρή εικονίτσα του Αγίου Χαραλάμπους, την οποία πιθανώς μετέφερε σε κάποια επίσκεψή του πρόσφατα κάποιος ξεριζωμένος Αγριδακιώτης. Εκεί, μαζί με την εικόνα, ένα αφημένο καπνιστήρι και ένα ξύλινο τάμα.

9

Ο Κοινοτάρχης έβγαλε από την τσάντα του λίγο λιβάνι και το άναψε. Η μυρωδιά που αναδύθηκε, μας έκανε για μια στιγμή να ξεχάσουμε τη βεβήλωση που μας είχε περικυκλώσει.

10

Ψάλαμε, καπνίσαμε την μικρή εικόνα, κάναμε τον σταυρό μας και αναχωρήσαμε για το σχολείο του χωριού. Εκεί, γι’ ακόμη μία φορά ήρθαμε αντιμέτωποι με την εγκατάλειψη. Ένα μικρό -σχεδόν κατεστραμμένο- χτίσμα, με πόρτες και τζάμια σπασμένα.

Μπαίνοντας μέσα, έβλεπες την αίθουσα διδασκαλίας η οποία χωριζόταν με μια τεράστια ξύλινη πόρτα. Στις γιορτές απ’ ό,τι μου είπαν η πόρτα αυτή άνοιγε, ενώ όλο τον υπόλοιπο χρόνο παρέμενε κλειστή, στεγάζοντας τις δύο τάξεις του δημοτικού. Ό,τι είχε απομείνει στο εσωτερικό του σχολείου, δύο παλιά θρανία και μια σπασμένη βιβλιοθήκη καλυμμένη από τον ιστό μιας αράχνης. Ακριβώς δίπλα το γραφείο του δασκάλου, στην ίδια –ίσως και χειρότερη- κατάσταση.

11

Τελευταίος σταθμός σε αυτό το ταξίδι… το νεκροταφείο. Πριν ξεκινήσουμε ρώτησα τον Κοινοτάρχη αν και εκεί επικρατεί η ίδια εικόνα. Δεν μου απάντησε, αλλά από το νεύμα του κατάλαβα πως ό,τι δω θα είναι κατά πολύ χειρότερο. Δεν έπεσα έξω. Φτάνοντας στο κοιμητήριο ήταν σχεδόν αδύνατο να καταλάβω πού βρίσκομαι.

12

Τα απλωμένα ξερόχορτα κάλυπταν τα πάντα, ενώ διάσπαρτα γύρω και πάνω στα μνήματα, οστά από νεκρά ζώα που πετάνε οι κτηνοτρόφοι.

13

Για να διακρίνω τους τάφους, έπρεπε να μου τους υποδείξει ο κ. Ανθίμου και να καθαρίσει με το μπαστούνι που κρατούσε ό,τι ακαθαρσία υπήρχε πάνω τους.

14

Όταν μετά από λίγο άρχισα να συνηθίζω το θλιβερό τοπίο που είχα μπροστά μου, μπόρεσα να εντοπίσω κάποιους σπασμένους σταυρούς με θαμπά τα ονόματα που ήταν χαραγμένα επάνω τους.

15

Κάποια στιγμή ο Κοινοτάρχης μου υπέδειξε ένα χώρο στα δεξιά, καλυμμένο από χόρτα και κλαδιά. Εκεί, μου είπε πως βρίσκονταν ο τάφος του 19χρονου Αγριδακιώτη ήρωα της ΕΟΚΑ, Πρόδρομου Ξενοφώντος. Το αγόρι αυτό νιώθω σαν να το γνώρισα, γιατί είχα μελετήσει σε βάθος την ιστορία του όταν έγραφα το πρώτο μου βιβλίο “14 Εγκλήματα μιας Αυτοκρατορίας”. Ήταν ένας από τους 14 αγωνιστές που συνελήφθησαν την περίοδο ΄55-59 από τις αποικιοκρατικές αρχές και πέθαναν από βασανιστήρια κατά τη διάρκεια ανακρίσεων.

16

Η επίσκεψη στο μνήμα του Πρόδρομου, του Προδρομή όπως συνήθιζαν να τον λένε οι συγχωριανοί του, ήταν για μένα μία σημαντική εκκρεμότητα. Ωστόσο, το μόνο που είχε απομείνει για να θυμίζει την ύπαρξη και τον ηρωικό θανατό του, ήταν ένας σταυρός πεταμένος λίγο παραδίπλα. Όταν τον αναποδογυρίσαμε φάνηκε το όνομα του και από κάτω η επιγραφή: “ΠΕΣΩΝ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΕΙΣ ΖΕΦΥΡΟΝ ΤΗ 12.11.1958”. Στο σημείο της φωτογραφίας δεν υπήρχε τίποτα, ενώ η γυάλινη προθήκη ήταν σπασμένη.

17

Το οδοιπορικό μας στο Αγριδάκι Κερύνειας είχε φτάσει στο τέλος του και εμείς είχαμε πάρει πια τον δρόμο της επιστροφής. Περπατώντας προς την πλατεία του χωριού για να βρούμε το λεωφορείο, η ματιά μου εγκλωβίστηκε σ’ ένα φυτό που είχε καταφέρει να σκαρφαλώσει πάνω σ’ ένα περιτοίχισμα. Το υπέροχο μοβ χρώμα των ανθών του είχε απλωθεί παντού. Ήταν το παρηγορητικό αντίο της φύσης, ίσως για να μας κάνει να ξεχάσουμε για λίγο τις θλιβερές εικόνες που άφησε πίσω της η εισβολή κι ο ξεριζωμός, και που τόσο επίμονα εξακολουθούν να αντηχούν πένθιμα στα μάτια και τις καρδιές μας.

18