Οκτώ νόμοι που "εγκλωβίζουν" τα άτομα με νοητική στέρηση και πρέπει ν' αλλάξουν

Τετάρτη, 25/1/2023 - 06:40

Παρωχημένες νομοθεσίες που χρήζουν άμεσης αναθεώρησης, υφίστανται στην κυπριακό δίκαιο, και έρχονται σε σύγκρουση με τη Διεθνή Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, την οποία κύρωσε και η χώρα μας. Νόμοι οι οποίοι, στερούν κάθε δικαίωμα στα άτομα με νοητική υστέρηση και επί της ουσίας μπλοκάρουν την Κύπρο από το να «λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει την πλήρη και ισότιμη απόλαυση όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών» και «να εξασφαλίσει την πλήρη ανάπτυξη, πρόοδο και ενδυνάμωση των γυναικών, με σκοπό τη διασφάλιση της άσκησης και της απόλαυσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» που ορίζονται στη Σύμβαση του ΟΗΕ. Την ίδια, η συνολική τροποποίηση του Νόμου 117/89 και 11(Ι)2018 εκκρεμεί ακόμη και έχει συνδεθεί με τον καθορισμό νομικού πλαισίου που αφορά στην άσκηση της δικαιοπρακτικής ικανότητα όπως επίσης και του εκσυγχρονισμού όλων των  νομοθεσιών που επηρεάζονται από τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, Κυρωτικός Νόμος 8(ΙΙΙ) 2011.

Στο κυπριακό δίκαιο, υπάρχουν σήμερα οι εξής 8 νομοθεσίες οι οποίες έρχονται σε κάποια από τα σημεία τους σε σύγκρουσή με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με την ΚΥΣΟΑ χρήζουν τροποποιήσεων ή ακόμη και κατάργηση:

1.      ο περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων Νόμος του 1996 (Ν. 23(I)/96)

2.      οι περί Γάμου Νόμοι του 2003 έως 2020 (Ν. 104(I)/2003)

3.      ο περί Υιοθεσίας Νόμος του 1995 (Ν. 19(I)/1995)

4.      οι περί Πολιτικής Συμβίωσης Νόμοι του 2015 έως 2020 (Ν. 184(I)/2015)

5.      οι περί Περιουσίας Αποθανόντων Προσώπων (Φορολογικές Διατάξεις) Νόμοι του 2000 έως 2017 (Ν. 78(I)/2000)

6.      ο περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμος του 1985-1994 (ΚΕΦ 189), (Ν. 157/1985)

7.      ο περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμος του 1997 (Ν. 77(I)/1997)

8.      ο περί Ατόμων με Νοητική Αναπηρία Νόμος του 1989 (Ν. 117/89)

Μετατρέπονται σε απλά ζωντανά

Ο περί Διαχείρισης της Περιoυσίας Αvίκαvωv Πρoσώπωv Νόμoς τoυ 1996 που είναι ακόμη σε ισχύει, επιτρέπει στον διαχειριστή του ατόμου νοητική στέρηση να αποφασίζει, αν θα στειρωθεί ή όχι άτομο. Συγκεκριμένα, Νόμος εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση πρoσώπoυ για τo oπoίo, κατόπιv ιατρικής ή άλλης απόδειξης, τo αρμόδιo δικαστήριo ικαvoπoιείται ότι είvαι αvίκαvo πρόσωπo κατά τηv έvvoια τoυ Νόμoυ, απαγoρεύovτας σ' αυτό τη διεvέργεια oπoιωvδήπoτε πράξεωv ή παραλείψεωv πoυ επιφέρoυv έvvoμα απoτελέσματα. Με απλά λόγια, ο εν λόγω νόμος, καθιστά ανύπαρκτο το άτομο με νοητική υστέρηση αφαιρώντας του το δικαίωμα διαχείρισης περιουσίας, του ατόμου ΑμεΑ και να λαμβάνει αποφάσεις. Το παράδοξο ωστόσο είναι πως, ενώ η Κύπρος έχει κυρώσει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών, για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, εξακολουθεί να διατηρεί σε ισχύει και το νόμο Διαχείρισης της Περιoυσίας Αvίκαvωv Πρoσώπωv Νόμoς τoυ 1996 ο οποίος έρχεται σε σύγκρουση με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών.

Άρνηση για παραχώρηση υπηκοότητας

Σε σύγκρουση με τη σύμβαση του ΟΗΕ έρχεται και ο Νόμος που περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμος του 2002. Το άρθρο 111 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου, θέτει την «πλήρη ικανότητα» των αιτητών ως προϋπόθεση απόκτησης της κυπριακής υπηκοότητας. Επί της ουσίας, λόγω αναπηρίας του ατόμου που αιτείται υπηκοότητα, το άρθρο 111 καθιστά όχι μόνο άνιση αλλά και αδύνατη την πρόσβαση του κάθε αιτητή με νοητική αναπηρία, στο δικαίωμα απόκτησης κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση. Μάλιστα το 2017 έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως, έπειτα από παράπονο που δέχτηκε για άρνηση παραχώρησης ιπποτικότητας, έκανε λόγο για «πρόδηλη διάκριση με βάση την αναπηρία, υπό τη μορφή του αποκλεισμού και της πλήρους παρεμπόδισης της αναγνώρισης και άσκησης του δικαιώματος σε ελευθερία διακίνησης και ιθαγένειας, σε ίση βάση με άλλους αιτητές, όπως στην περίπτωση του παραπονουμένου είναι άλλα μέλη της οικογένειάς του».

Ανίκανοι για τέλεση γάμου

Στον περί Γάμου Νόμο του 2003 έως 2020 (Ν. 104(I)/2003), γάμος είναι ελαττωματικός και υπόκειται σε ακύρωση ή διακήρυξη της ακυρότητας ή του ανυπόστατου του γάμου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αν είναι ακυρώσιμος, άκυρος, ή ανυπόστατος, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου. Στην εν λόγω νομοθεσία, ανίκανο για σύναψη γάμου πρόσωπο είναι, κάθε πρόσωπο το οποίο:

 (α) τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 16, δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του, ή

 (β) είναι ανίκανο κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου να αντιληφθεί και εκτιμήσει την πράξη του ούτως ώστε να συναινέσει στο γάμο, λόγω νοητικής διαταραχής ή ανεπάρκειας, ή λόγω εγκεφαλικής ή άλλης πάθησης ή ασθένειας, ή λόγω εξάρτησης από εξαρτησιογόνες ουσίες

Διορισμό κηδεμόνα

Σύμφωνα με τον Ο περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμος του 1997, το δικαστήριο δύναται να διορίσει δυνάμει του παρόντος άρθρου κηδεμόνα. κ α ι έπειτα από γνωμάτευση του υπεύθυνου ψυχίατρου, κηδεμόνα ασθενούς που έχει συμπληρώσει το 18 έτος της ηλικίας του.

Ο διορισμός κηδεμόνα δυνάμει του άρθρου αυτού είναι ορισμένης διάρκειας ή για ειδικό μόνο σκοπό και υπόκειται σε παράταση ή τερματισμό από το δικαστήριο για οποιαδήποτε εύλογη αιτία. Ο διορισμός κηδεμόνα γίνεται, μεταξύ άλλων στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όπου ο ασθενής δεν έχει πλησιέστερο συγγενή εντός της έννοιας του παρόντος Νόμου ή δεν είναι εύλογα πρακτικό να διακριβωθεί κατά πόσο ο ασθενής έχει τέτοιο συγγενή ή ποιος είναι ο συγγενής αυτός·

(β) όπου ο πλησιέστερος συγγενής λόγω -ψυχικής ή άλλης διαταραχής ή ασθένειας είναι ανίκανος να εκτελέσει τα καθήκοντα που ανατίθενται σ' αυτό δυνάμει του Νόμου.

Ανίκανο για Πολιτική Συμβίωση

Στους νόμους οι περί Πολιτικής Συμβίωσης Νόμοι του 2015 έως 2020 (Ν. 184(I)/2015), πρόσωπο δεν είναι ικανό για σύναψη Πολιτικής Συμβίωσης, αν αυτό:

(α) Δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας του, ή

(β) είναι ανίκανο κατά το χρόνο σύναψης της Πολιτικής Συμβίωσης να αντιληφθεί και να εκτιμήσει την πράξη του ούτως ώστε να συναινέσει στη σύναψη Πολιτικής Συμβίωσης, λόγω ψυχικής ή νοητικής διαταραχής ή ανεπάρκειας ή λόγω εγκεφαλικής ή άλλης πάθησης ή ασθένειας ή λόγω εξάρτησης από εξαρτησιογόνες ουσίες ή λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας.