"Ξεπέρασε τα όρια της ελευθερίας έκφρασης", λέει η Επίτροπος Διοικήσεως

Παρασκευή, 18/9/2020 - 11:44
Μικρογραφία

Ξεπέρασε τα όρια στα οποία υπόκειται η άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, με βάση τον Νόμο, και προσέβαλε τα δικαιώματα τρίτων ο καθηγητής Τέχνης μέσα από τα έργα του, στα οποία παρουσίασε, μεταξύ άλλων, Τον Χριστό γυμνό, με κασκόλ ποδοσφαιρικής ομάδας και πάνω σε μοτοσυκλέτα, αναφέρει σε τοποθέτησή της η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρία Στυλιανού – Λοττίδη.
 
Η κ. Στυλιανού – Λοττίδη λέει ότι υποβάλλει την τοποθέτησή της υπό την ιδιότητά της ως Εθνική Ανεξάρτητη Αρχή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με σκοπό, όπως αναφέρει, τον προβληματισμό ως προς την προστασία όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένου και του «δικαιώματος» της τέχνης και του εκφραστή της να κρατείται  μακριά από την απειλή οποιασδήποτε προσωπικής δίωξης.

«Στην προκειμένη περίπτωση του προσώπου, με την ταυτόχρονη ιδιότητα του εκπαιδευτικού και του καλλιτέχνη, διαφαίνεται ότι ο τρόπος άσκησης της ελευθερίας της έκφρασης του μέσα από την τέχνη, χρησιμοποιώντας το πρόσωπο Του Χριστού αναμφίβολα σόκαρε, αναμφίβολα προκάλεσε και ενόχλησε μερίδα του πληθυσμού, μα δεν σταμάτησε» συμπληρώνει.
 
Συνεχίζει, λέγοντας ότι προσπέρασε τα θεμιτά όρια της αποδοχής της όποιας πρόκλησης και άγγιξε τα θεία, αγγίζοντας συνάμα τα θρησκευτικά αισθήματα των πιστών και προσέβαλε με το τρόπο αυτό δικαιώματα τρίτων προσώπων που συνδέονται με την θρησκευτική ελευθερία. «Ξεπέρασε δηλαδή τα όρια στα οποία υπόκειται η άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, με βάση τον Νόμο, και προσέβαλε  τα δικαιώματα τρίτων» αναφέρει.
 
Η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων παραθέτει ως παράδειγμα την υπόθεση «Otto-Preminger-Institute v. Austria» όπου, σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, ο σεβασμός των θρησκευτικών αισθημάτων των πιστών αποτελεί νόμιμο σκοπό που δύναται να περιορίσει την άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης και είναι επιτρεπτό σε μια δημοκρατική κοινωνία όπου τα δημόσια ήθη ή αλλιώς η κοινωνική ηθική το καθιστά αναγκαίο.
 
«Αναμφίβολα με τη χωρίς όρια τέχνη του καθηγητή, τα δικαιώματα τρίτων όπως εκφράζονται μέσα από τα θρησκευτικά τους αισθήματα, έχουν πληγεί, όπως ταυτόχρονα έχει πληγεί και η ελευθερία της έκφρασης με την κατάχρηση της» συμπληρώνει η κ. Στυλιανού – Λοττίδη. Παρατηρεί εξάλλου ότι «όσο παραβιάζουμε τα όρια στην άσκηση των δικαιωμάτων μας, τόσο δημιουργούμε ευκαιρίες στο κράτος για παρέμβαση και συρρίκνωση τους» ενώ σημειώνει ότι «η ελευθερία δεν θέλει μόνο ‘αρετή και τόλμη’, προϋποθέτει σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των συνανθρώπων μας».

 
Στην τοποθέτησή της, η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λέει ότι από τις πράξεις και τις δηλώσεις του καθηγητή Τέχνης αναφύεται η σύγκρουση δύο μεγάλων αγαθών και θεμελιωδών δικαιωμάτων, της ελευθερίας της έκφρασης και της θρησκευτικής ελευθερίας, όπως αυτά έχουν ερμηνευθεί κατά καιρούς από την νομολογία και αδιαμφισβήτητα συνδέονται με τα δημόσια/χρηστά ήθη ή αλλιώς την κοινωνική ηθική σε ένα δεδομένο τόπο και χρόνο.

Κάνει ακολούθως εκτενή αναφορά στα σχετικά άρθρα του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας για την ελευθερία της έκφρασης και την θρησκευτική ελευθερία, καθώς και στα σχετικά άρθρα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ενώ σημειώνει σχετικά παραδείγματα από τη νομολογία.

Ενδεικτικά, αναφέρεται στην απόφαση «Otto-Preminger-Institute v. Austria» όπου το Δικαστήριο πραγματεύθηκε το δικαίωμα της ελευθερίας στην έκφραση και την συστοιχία του με την θρησκευτική ελευθερία, ενώ τόσο το εθνικό δικαστήριο όσο και το ΕΔΑΔ  έκρινε νόμιμη  τη προληπτική παρέμβαση του κράτους για κατάσχεση και δήμευση ταινίας που ενέπλεκε σε ερωτικές και άλλες αναφορές κληρικούς, Τον Θεό, Τον Ιησού, Την Παναγία.
 
Στη συνέχεια, λέει, το ΕΔΑΔ αφού πείσθηκε μεν ότι υπήρχε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης με την δήμευση και κατάσχεση της ταινίας, αναρωτήθηκε αν η παρέμβαση προβλεπόταν από το νόμο, αν προβλεπόταν στο εθνικό δίκαιο το αδίκημα προσβολής της θρησκείας και στη συνέχεια  εξέτασε αν η παρέμβαση είχε ‘νόμιμο σκοπό’. Προσμετρώντας όλα τα πιο πάνω στοιχεία έκρινε ότι ο νόμιμος σκοπός ήταν ο σεβασμός των θρησκευτικών αισθημάτων των πιστών που εξασφαλίζεται στο άρθρο 9 της ΕΣΔΑ (θρησκευτική ελευθερία), συμπληρώνει.
 
Τέλος διερωτούμενη αν η παρέμβαση του κράτους με την κατάσχεση ήταν αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία, λέει ότι το Δικαστήριο υπενθύμισε την πάγια θέση του όπως διαμορφώθηκε στην υπόθεση Muller  v. Switzerland, 1988, ότι η έννοια της ηθικής ποικίλει στην Ευρώπη από χώρα σε χώρα,καταλήγοντας ότι η κατάσχεση και παρεμπόδιση προβολής της ταινίας η οποία  προσέβαλλε την θρησκευτική ελευθερία, δεν παραβίασε το δικαίωμα της έκφρασης όπως προστατεύεται στο άρθρο 10 της Σύμβασης.

Διαφωνία Τμήματος Καλών Τεχνών ΤΕΠΑΚ με πειθαρχική έρευνα

Η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να διατάξει πειθαρχική έρευνα εναντίον διευθυντή σχολείου, σε σχέση με τους πίνακες ζωγραφικής του,  συνιστά μια «πρωτοφανή απόπειρα λογοκρισίας και περιορισμού του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης ενός εικαστικού καλλιτέχνη», αναφέρουν μέλη του Ακαδημαϊκού και Διδακτικού Προσωπικού του Τμήματος Καλών Τεχνών του ΤΕΠΑΚ.
 
Σε σχετική ανακοίνωση τους, υποδεικνύουν αρχικά ότι, παρότι στo Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν υπάρχει άρθρο που να προβλέπει την ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης, το άρθρο 19 (παρ. 1 & 2) του Κυπριακού Συντάγματος προνοεί ότι «Έκαστος έχει το δικαίωμα ελευθερίας του λόγου και της καθ’ οιονδήποτε τρόπον εκφράσεως».
 
Σύμφωνα δε με την παράγραφο 3 του ίδιου Άρθρου, σημειώνουν, η ελευθερία αυτή περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει «κίνδυνος για την ασφάλεια της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας τάξεως ή  της δημοσίας υγείας ή των δημοσιών ηθών».
 
«Υποστηρίζουμε ότι η καλλιτεχνική δραστηριότητα, όχι μόνο δεν πλήττει τα δημόσια ήθη, αλλά αντιθέτως μπορεί να συμβάλει στην καλλιέργεια κριτικής σκέψης, ακόμη και μέσω της αμφισβήτησης κυρίαρχων εθνικών ή θρησκευτικών αφηγήσεων», αναφέρουν τα μέλη του Τμήματος Καλών Τεχνών του ΤΕΠΑΚ, τα οποία θεωρούν «αδικαιολόγητους όποιους ισχυρισμούς περί βλάβης των δημοσίων ηθών από τη δημοσίευση ή την έκθεση των συγκεκριμένων έργων τέχνης».
 

Στην ανακοίνωση τους τονίζουν πως «η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας συνιστά μια πρωτοφανή απόπειρα λογοκρισίας και περιορισμού του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης ενός εικαστικού καλλιτέχνη».
 
Επισημαίνουν ακόμη ότι ο συγκεκριμένος διευθυντής σχολείου διατηρεί την ιδιότητα του καλλιτέχνη – «για την οποία, εξάλλου, ευθύς εξαρχής προσελήφθη στη θέση του διδάσκοντος Τέχνης».
 
« Οι κατά το Υπουργείο ζωγραφιές, αποτελούν έργα τέχνης, τα οποία δημιούργησε και εξέθεσε εκτός της διδακτικής διαδικασίας και του δημόσιου σχολείου και η αποτίμηση της αισθητικής ή καλλιτεχνικής τους αξίας δεν αφορά το Υπουργείο», προστίθεται.
 
Την ίδια ώρα διαμηνύουν ότι κίνδυνοι εγκυμονούνται στην προσπάθεια «να ελεγχθεί η κάθε έκφραση πεποιθήσεων (πολιτικών, καλλιτεχνικών κ.ά) των εκπαιδευτικών στην εκτός του σχολείου δημόσια σφαίρα» και πως «ουδείς επιζητεί, ελπίζουμε, ένα Υπουργείο Ελέγχου που λογοκρίνει, κατ’αναλογία, τα λογοτεχνικά εγχειρήματα των φιλολόγων ή γενικότερα, την όποια έκφραση απόψεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στη δημόσια σφαίρα, από εκπαιδευτικούς».
 
Τέλος, οι ακαδημαϊκοί και το διδακτικό προσωπικό του Τμήματος, αναφέρει ότι περιορισμοί της ελεύθερης έκφρασης δύναται να προκύψουν από το γεγονός ότι η Κύπρος αποτελεί μία από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες που ακόμα διατηρεί, «δυστυχώς», άρθρο στον Ποινικό Κώδικα με το οποίο ποινικοποιείται η βλασφημία. Καλούν δε την κυβέρνηση να εξετάσει το ενδεχόμενο  κατάργησης του εν λόγω άρθρου, «καθώς αυτό καταστρατηγεί de facto την ελευθερία της έκφρασης, επηρεάζει ιδιαίτερα τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας, όπως οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες, και πλήττει την εικόνα της χώρας διεθνώς».

Υποστήριξη από ΕΚΑΤΕ προς καθηγητή Τέχνης

Την υποστήριξη του εκφράζει το Επιμελητήριο Καλών Τεχνών Κύπρου (ΕΚΑΤΕ) προς τον καθηγητή και καλλιτέχνη Γιώργο Γαβριήλ και κάνει λόγο για «απαράδεκτη στάση της πολιτείας όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης».

Είναι λυπηρό σε μια σύγχρονη και δημοκρατική χώρα να παρατηρούνται τέτοιου είδους συμπεριφορές, αναφέρει το ΕΚΑΤΕ και διερωτάται για ποιον λόγο κατηγορείται ο καλλιτέχνης Γιώργος Γαβριήλ από το Υπουργείο. Αναφέρεται ακολούθως σε εργατικό εκπαιδευτικό, τον οποίο χαρακτηρίζουν το ήθος και ευγένεια και ο οποίος έχει αφιερώσει πολύ από τον χρόνο του «δουλεύοντας με όραμα από τη θέση του επιθεωρητή Τέχνης στη Μέση Εκπαίδευση καταφέρνοντας έτσι την αναβάθμιση του κλάδου στα δημόσια σχολεία».
 
«Θεσμοποίησε τους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς, προώθησε μεγάλες εικαστικές δράσεις στην εκπαίδευση και στήριξε κάθε εκπαιδευτικό που χρειαζόταν την βοήθειά του. Προς τι λοιπόν η εκδίωξη του από τη θέση του» διερωτάται το Επιμελητήριο.
Το εικαστικό του έργο, με το ύφος και την παράδοση της πολιτικοποιημένης τέχνης, συνυπάρχει ανεξάρτητο και παράλληλο με το εκπαιδευτικό. Ο Γιώργος Γαβριήλ είναι ένας άνθρωπος υπεύθυνος, που γνωρίζει τόσο τις υποχρεώσεις του όσο και τα δικαιώματά του, λέει.


Πολλές φορές η τέχνη, συνεχίζει το ΕΚΑΤΕ, προκαλεί και προβληματίζει, αυτός είναι άλλωστε και ένας από τους ρόλους της. «Δεν είναι ούτε η πρώτη φορά και δεν θα είναι ούτε και η τελευταία. Δυστυχώς η αντίδραση του ΥΠΑΝ στο έργο του καλλιτέχνη φέρνει στην επιφάνεια για ακόμη μια φορά το συντηρητικό πρόσωπο του συστήματος» λέει.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ακόμη ότι η ελευθερία της έκφρασης είναι ανθρώπινο δικαίωμα και απαραίτητο στοιχείο στην τέχνη. «Είναι άκρως ανησυχητικό να φιμώσουμε και να λογοκρίνουμε την τέχνη. Ας αποφασίσει λοιπόν το Υπουργείο μας αν θέλει να καλλιεργήσει μια κουλτούρα ελεύθερης σκέψης ή θα ακολουθήσει την κουλτούρα ενός θεοκρατικού συστήματος» προστίθεται.

Το ΕΚΑΤΕ λέει τέλος ότι τάσσεται ανεπιφύλακτα υπέρ του εκπαιδευτικού / καλλιτέχνη «αφού σε όλη του την επαγγελματική πορεία δεν έδειξε τίποτα άλλο παρά σεβασμό προς των συνάνθρωπο του». Η ελευθερία της έκφρασης είναι αναμφισβήτητο  δικαιωμάτων κάθε ανθρώπου, καταλήγει.