Το πάγιο επιχείρημα όσων αντιτίθενται στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού στηρίζεται στο αφήγημα πως δεν ταιριάζει στην Κύπρο επειδή όπως υποστηρίζουν, «δεν δοκιμάστηκε σε μικρά κράτη». Εκφράζουν επίσης τη θέση πως εδραιώνει στρεβλώσεις και εξασφαλίζει υπερβολικά κέρδη για τις εταιρείες ΑΠΕ εις βάρος των καταναλωτών ενώ θεωρούν πως εκ της δομής της είναι απίθανο να μειώσει τις τιμές της ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Χαρακτηρίζουν μάλιστα τους παραγωγούς και τους προμηθευτές ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές, ως «καρτέλ στα χέρια λίγων, οι οποίοι πουλούν σε τιμή λίγο χαμηλότερη από την ΑΗΚ», ρίχνοντας νερό στον μύλο της αμφισβήτησης ενός μοντέλου που εφαρμόζεται καθολικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με εξαίρεση τη Μάλτα που επιδοτεί την τιμή ετησίως με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ των φορολογουμένων.
Το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Υπάρχουν στοιχεία για καρτέλ στον ηλεκτρισμό ή έχουμε μπροστά μας υπόθεση διασποράς φήμης; Η πρώτη απάντηση δόθηκε προ δεκαημέρου περίπου από την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού, η οποία ενημέρωσε τη Βουλή, με επιστολή που φέρει την υπογραφή της Προέδρου της, Εύας Παντζαρή, για τα ακόλουθα:
ΕΠΑ: Γενικόλογες αναφορές
«Απλές ή γενικόλογες αναφορές περί ύπαρξης καρτέλ δεν κρίνονται ως ικανοποιητικές πληροφορίες που δύνανται να δικαιολογούν την έναρξη αυτεπάγγελτης έρευνας. Απαιτείται η προσκόμιση συγκεκριμένων και εξειδικευμένων στοιχείων ή και πληροφοριών (ως ορίζει το Παράρτημα Γ του Νόμου), που να δικαιολογούν την έναρξη δέουσας προκαταρκτικής έρευνας». Κάλεσε επίσης «οποιονδήποτε κατέχει αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δημιουργούν εύλογες υπόνοιες για την ύπαρξη καρτέλ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας να τα υποβάλει στην Επιτροπή για να τα αξιολογήσει».
Τη δεύτερη απάντηση για το αν υπάρχει καρτέλ, τη δίνουν τα επιβεβαιωμένα στοιχεία που αφορούν τους ανεξάρτητους παραγωγούς ΑΠΕ. Το μερίδιό τους στην Αγορά δεν βρίσκεται στο 24% όπως λανθασμένα προβάλλεται επειδή αυτό επρόκειτο για το ποσοστό της συνολικής διείσδυσης πράσινων μεγαβατώρων στο μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής κατά το 2024.
Τα μερίδια στην παραγωγή
Ας δούμε πώς επιμερίζεται κατά το 2025, η παραγόμενη ενέργεια που διείσδυσε στο ηλεκτρικό δίκτυο (πηγή στοιχείων: ΡΑΕΚ):
- Παραγωγή ΑΗΚ: 72,1%
- Φωτοβολταϊκά Net Metering και Net Billing: 15,8%
- Ανεξάρτητοι παραγωγοί ΑΠΕ: 6,3%
- Φωτοβολταϊκά (Feed in Tariff): 1,7%
- Βιομάζα (Net Billibg): 0,6%
- Βιομάζα (Feed in Tariff): 0,2%
Κατά το τρέχον έτος, το μερίδιο των εταιρειών ανανεώσιμης ενέργειας έχει μειωθεί σχεδόν κατά 1% σε σχέση με πέρυσι που βρισκόταν στο 7,2%. Αντίθετα, αυξητική πορεία της τάξεως του 4,7% κατέγραψαν τα Net Metering και Net Billing, το μερίδιο των οποίων κατά το 2024 βρισκόταν στο 11,1%. Η περίσσεια ενέργεια των Net Metering και Net Billing αξιοποιείται από την ΑΗΚ.
Τα μερίδια των προμηθευτών
Ας δούμε και το μερίδιο που είχαν οι προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος κατά το 2024 και ποιοι είναι αυτοί (πηγή στοιχείων: ΔΣΜΚ):
- ΑΗΚ Προμήθεια: 90,33%
- Bioland Προμήθεια: 2,52%
- E.FOS: 1,28%
- Petrolina Electric: 1,24%
- Energy & Beyond: 1,10%
- EKO Energy: 1,05%
- Abio Power: 1,01%
- Synenergia: 0,85%
- First Electric Supply: 0,61%
Κατά το τρέχον έτος, μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου του 2025, το συνολικό μερίδιο των υπό αναφορά ανεξάρτητων προμηθευτών, μειώθηκε κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα περίπου καθώς έπεσε γύρω στο 8,1%. Με απλά λόγια, το πελατολόγιό τους συρρικνώθηκε. Η δε λειτουργία της Ανταγωνιστικής Αγοράς Ηλεκτρισμού, που άρχισε την 1η Οκτωβρίου 2025, όπως οι ίδιοι έχουν υπολογίσει και αναφέρουν, τους βρήκε σε δυσμενέστερες οικονομικές συνθήκες καθώς τα κόστη τους είναι υψηλότερα από τις μέσες σταθμισμένες τιμές στο χονδρεμπόριο.
Πέρα από την αύξηση των εξόδων τους λόγω των εγγυήσεων, των τραπεζικών και των χρηματιστηριακών συναλλαγών, οι προμηθευτές επωμίζονται επιπλέον και το κόστος των υποχρεωτικά ενταγμένων μονάδων (19 σεντς την κιλοβατώρα), που αντιστοιχεί σε κάτι περισσότερο από το 35% του φορτίου που αγοράζουν.
Οι προμηθευτές αντιμετωπίζουν επίσης πρόβλημα και λόγω των περικοπών που επιβάλλονται στα εμπορικά πάρκα ΑΠΕ, με τα οποία συμβάλλονται προθεσμιακά. Από τη ώρα που δεν παίρνουν πλέον όλη την παραγωγή για την οποία πλήρωσαν, θα πρέπει να την εξασφαλίσουν στην Προημερήσια Αγορά, στις υψηλές τιμές της συμβατικής παραγωγής από την ΑΗΚ. Γεγονός που τους αποτρέπει να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές στους τελικούς καταναλωτές.
6-10% πιο κάτω από την ΑΗΚ
Κάπου εδώ έρχεται και το επιχείρημα, όσων επιθυμούν την επιστροφή στο μονοπώλιο, πως οι εταιρείες ΑΠΕ είναι που κρατάνε υψηλές τις τιμές ηλεκτρισμού επειδή «λειτουργούν ως καρτέλ και πουλούν σε τιμή λίγο χαμηλότερη από την ΑΗΚ». Πρόκειται για ατεκμηρίωτο ισχυρισμό που απέχει κατά πολύ από την πραγματικότητα.
Σήμερα, οι τελικές τιμές των ανεξάρτητων προμηθευτών κυμαίνονται περί του 6-10% πιο κάτω από τις αντίστοιχες της ΑΗΚ. Το ύψος τους εξαρτάται από τα κόστη του καθενός, τα οποία έχουν αυξηθεί σημαντικά μετά την επιβάρυνση για τις υποχρεωτικά ενταγμένες μονάδες και τις αυξημένες περικοπές ΑΠΕ. Όπως οι ίδιοι εξηγούν, στην τιμή που πουλούν όχι μόνο δεν βγάζουν υπερκέρδη αλλά δεν μπορούν ούτε να διευρύνουν το πελατολόγιό τους, ούτε να ανταγωνιστούν τη δεσπόζουσα ΑΗΚ. Ιδιαίτερα στους οικιακούς καταναλωτές, καθώς θα πρέπει (οι ανεξάρτητοι προμηθευτές) να αγοράζουν περισσότερη ενέργεια σε υψηλές τιμές (από την ΑΗΚ Παραγωγή) για να καλύψουν τη ζήτηση της νύχτας σε ρεύμα.
Το πρώτο δεδομένο λοιπόν είναι πως οι παραγωγοί ΑΠΕ έχουν μερίδιο 6,3% και οι ιδιώτες προμηθευτές 8,1% και με πτωτική πορεία. Όταν κατά τις 4-5 ώρες καθημερινά που τα φωτοβολταϊκά έχουν υψηλή διείσδυση στην ηλεκτροπαραγωγή, οι τιμές ανά μισάωρο στην Προημερήσια Αγορά είναι μηδενικές, αλλά κι από τη στιγμή που οι προμηθευτές δεν μπορούν να εξασφαλίσουν το 100% που χρειάζονται για τους πελάτες στους από τους παραγωγούς ΑΠΕ στην Προθεσμιακή Αγορά, είναι άξιο απορίας σε ποια βάση στηρίζεται ο ισχυρισμός περί καρτέλ.
Το γεγονός ότι υπάρχουν παραγωγοί ΑΠΕ και προμηθευτές που συμμετέχουν στην Αγορά, με το ίδιο ιδιοκτησιακό καθεστώς, εις γνώση της ΡΑΕΚ καθώς δεν απαγορεύεται, σαφώς και δεν αποτελεί σοβαρό επιχείρημα για χειραγώγηση τιμών. Το ίδιο ισχύει για την ΑΗΚ Παραγωγή και την ΑΗΚ Προμήθεια, το παράδειγμα των οποίων φαίνεται να διαφεύγει από τις αναλύσεις όσων βρέθηκαν στο ίδιο χαράκωμα με εκείνους οι οποίοι δηλώνουν ανοικτά την επιθυμία τους για κατάργηση της Ανταγωνιστικής Αγοράς. Ακόμα κι αν το Plan B που συστηματικά επικαλούνται, δηλαδή το μονοπωλιακό μοντέλο του Μοναδικού Αγοραστή που εφαρμόζει η Μάλτα, κατά παρέκκλιση από το μοντέλο της ΕΕ, έχει χαρακτηριστεί από τους ίδιους τους Μαλτέζους ως δημοσιονομική βόμβα.
Δεύτερη ακριβότερη η Μάλτα
Επί της ουσίας δεν πρόκειται για μοντέλο. Η Κυβέρνηση της χώρας απλώς επιδοτεί την τιμή του ρεύματος ώστε ο καταναλωτής να χρεώνεται στον λογαριασμό του γύρω στα 13 σεντς την κιλοβατώρα. Σύμφωνα με μαλτέζικα ΜΜΕ, μόνο την τελευταία πενταετία, οι επιδοτήσεις (λεφτά από τους φόρους) ξεπέρασαν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, αναγκάζοντας την Κεντρική Τράπεζα της χώρας να ζητήσει από την Κυβέρνηση να εγκαταλείψει αυτή τη στρατηγική, καθώς οι Βρυξέλλες προειδοποίησαν για διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Υπό κανονικές συνθήκες, η χρέωση της κιλοβατώρας στη Μάλτα θα ήταν σχεδόν ισόποση όπως και για τους καταναλωτές στην Κύπρο, καθώς είναι η δεύτερη ακριβότερη χώρα στην Ευρώπη σε πραγματικό κόστος ηλεκτροπαραγωγής (αντιστοιχεί στο 73% του τελικού τιμολογίου), επειδή υστερεί σημαντικά στις ΑΠΕ (7,3%) και στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη συμβατική παραγωγή. Είτε δική της είτε από την Ιταλία μέσω ηλεκτρικής διασύνδεσης. Στην αρνητική πρωτιά βρίσκεται η δική μας χώρα καθώς το 77% του λογαριασμού που πληρώνουμε για το ρεύμα είναι το -ακριβό- κόστος ηλεκτροπαραγωγής



