Τα άλυτα προβλήματα στον τομέα της ενέργειας καθιστούν πολύ δύσκολο για την Κυπριακή Δημοκρατία να υλοποιήσει τον δεσμευτικό της στόχο για την αύξηση στο 37,6% μέχρι το 2030, του μεριδίου των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή. Πρόκειται για το ποσοστό που η χώρα μας έχει δηλώσει και το οποίο αναγράφεται στο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Κατά το έτος 2024, η διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου, υπολογίστηκε στο 24,5% και αφορά τη συνεισφορά από τα φωτοβολταϊκά, τις ανεμογεννήτριες και τη βιομάζα.
Για το τρέχον έτος 2025, η εκτίμηση του ΔΣΜΚ ανεβάζει στο 25,1% το ποσοστό της συνεισφοράς των ΑΠΕ, ως προς την ακαθάριστη τελική κατανάλωση. Νοουμένου ότι θα επιβεβαιωθεί η πρόβλεψή του για ετήσιες περικοπές 395GWh (22%) από τη συνολική ετήσια παραγωγή των 1791GWh. Δεν διευκρινίζεται ωστόσο κατά πόσο έχουν ληφθεί υπόψιν οι έκτακτες βλάβες και η δυσκαμψία μονάδων της ΑΗΚ, εξαιτίας των οποίων πάει στα σκουπίδια, άπλετη παραγόμενη ενέργεια από οικιακά και εμπορικά φωτοβολταϊκά.
Η συγκεκριμένη πραγματικότητα, μας δίνει έναν από τους λόγους που το ηλεκτρικό σύστημα έχει φτάσει στα όριά του όσον αφορά την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αποτρέποντας τη μείωση της εξάρτησης από τα συμβατικά καύσιμα αλλά και των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων που επίσης πληρώνει ακριβά ο τελικός καταναλωτής.
Επιπλέον, ειδικοί στον τομέα διαπίστωσαν πως το δίκτυο δεν είναι ακόμα όσο ευέλικτο και αναβαθμισμένο θα έπρεπε για να υποστηρίξει μια μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, σε συνδυασμό πάντα με συστήματα αποθήκευσης, αν υπήρχαν. Η στασιμότητα στην οποία περιήλθαν όμως όλα τα πιο πάνω ζητήματα, όπως διαφαίνεται ως απόρροια αποφάσεων από πλευράς του Υπουργού Ενέργειας Γιώργου Παπαναστασίου, προκαλούν το ερώτημα εάν είναι εφικτό για την Κυπριακή Δημοκρατία να πιάσει τον δεσμευτικό της στόχο για 37,6% μερίδιο ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή σε μια πενταετία, από το 24-25% στο οποίο κυμαίνεται σήμερα.
Πίσω από τα ωραία λόγια, τις επαναλήψεις εξαγγελιών και τις αοριστολογίες από πλευράς του αρμόδιου Υπουργού, δεν διαφαίνονται έργα στο προσεχές μέλλον. Ούτε για το 2025 δεν έχει κάποιο έργο να παρουσιάσει που να βοηθήσει την Κύπρο να αξιοποιήσει πολύ περισσότερο την ηλιακή ενέργεια και τις άλλες ανανεώσιμες τεχνολογίες, προς όφελος των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και του περιβάλλοντος.
Ρευστό θα είναι το τοπίο και κατά το επόμενο έτος, ακόμη κι αν ο ΔΣΜΚ προλάβει να εγκαταστήσει ως τον Ιούνιο του 2026 και να τη λειτουργήσει, όπως προνοεί η παρέκκλιση που του εξασφάλισε ο Γιώργος Παπαναστασίου, κεντρική αποθήκευση σε υποσταθμούς της ΑΗΚ. Τα όσα ακούστηκαν από πλευράς του Υπουργού Ενέργειας αλλά και από επικεφαλής συντεχνιών του προσωπικού της ΑΗΚ, πως μέσω της συγκεκριμένης παρέκκλισης θα επωφεληθεί οικονομικά ο καταναλωτής, δεν έχουν ακόμα τεκμηριωθεί.
Άγνωστο παραμένει το ποιος θα καλύψει την κεφαλαιουχική δαπάνη για την κεντρική αποθήκευση, από ποιον θα προμηθεύεται ο ΔΣΜΚ, ποιες υπηρεσίες θα καλύπτει, ποια θα είναι η τιμή του, αν θα εμπλέκεται με οποιονδήποτε τρόπο ως συμμετέχοντας στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού και αν τίθεται ζήτημα αμεροληψίας καθώς συντρέχει ο ρόλος του ως λειτουργού και ως του φορέα που εκδίδει τους τελικούς όρους σύνδεσης.
Κατά τα άλλα, ούτε του χρόνου φαίνεται πως θα αναβαθμιστεί ενεργειακά ο ρυπογόνος σταθμός της Δεκέλειας ενώ όσον αφορά τις υποδομές της χώρας ια το φυσικό αέριο, δεν υπάρχει ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα όπως ο ίδιος ο Υπουργός Ενέργειας παραδέχτηκε πρόσφατα.



