Του Τάσου Γιασεμίδη
Κάθε κράτος που σέβεται τους πολίτες του οφείλει να τους διασφαλίζει τέσσερα σημαντικά συστατικά, εκπαίδευση, υγεία, στέγαση και καλό βιοτικό επίπεδο. Αυτά πετυχαίνονται μέσα από την ανάπτυξη της οικονομίας, την ισχυρή επιχειρηματικότητα, τα καλά δημόσια οικονομικά και την ισονομία.
Επιχειρηματίες, συντεχνίες και πολίτες έδειξαν έμπρακτα ότι μπορούν να συνεργαστούν για το καλό του τόπου. Και δεν πρέπει να έχουμε κοντή μνήμη, τώρα που η οικονομία της χώρας μας παρουσιάζεται ιδιαίτερα ανθεκτική και ενισχυμένη, λησμονώντας τη μεγάλη κρίση του 2013 αλλά και άλλες δύσκολες εποχές παλαιότερα (ιδιαίτερή μνεία θα μπορούσε να γίνει για την εποχή μετά την εισβολή).
Ιδιαίτερα σε εποχές που υπάρχουν καλά δημόσια οικονομικά και γίνεται λόγος για σημαντικές επενδύσεις ενισχύονται και οι απαιτήσεις των εργαζομένων. Αυτό είναι απόλυτα θεμιτό και λογικό εφόσον μέρος της επιτυχίας πρέπει να μετακυλιστεί στο ανθρώπινο δυναμικό είτε αναφερόμαστε στον ιδιωτικό είτε στο δημόσιο τομέα.
Σε αυτό που έχουμε αποτύχει ως πολιτεία είναι να θεσπίσουμε ξεκάθαρα και αξιοκρατικά κριτήρια αξιολόγησης μέσα από ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους. Και το πρόβλημα είναι ότι όποτε επιχειρηθεί να υιοθετηθούν τέτοια κριτήρια και συστήματα η αντίσταση είναι μεγάλη.
Για αυτό ευθυνόμαστε όλοι, εργοδότες, οι οποίοι θα πρέπει να δουν πως η επιτυχία των επιχειρήσεων τους μεταφράζεται σε ικανοποίηση για τους εργαζομένους (υπάρχουν παραδείγματα και στην Κύπρο αλλά κυρίως στο εξωτερικό πρότυπα για σωστή αξιολόγηση και ανταμοιβή) , και εργαζόμενοι, που επαναπαύονται χωρίς να διεκδικούν τις σωστές αξιολογήσεις.
Τελευταία υπάρχουν αναφορές για το διαχωρισμό μεταξύ υψηλόμισθων και χαμηλόμισθων υπαλλήλων. Άτομα που έχουν θέσεις κλειδιά και ευθύνης θα πρέπει να αξιολογούνται και να λαμβάνουν τις αυξήσεις που δικαιούνται. Από την άλλη οι χαμηλόμισθοί πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής πέραν από τις αυξήσεις που πρέπει να λαμβάνουν μέσα από τις αξιολογήσεις τους.
Αυτό όμως που ενδεχομένως να δημιουργεί στρέβλωση είναι οι οριζόντιες αυξήσεις, χωρίς να συνδέονται με την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση των εισοδημάτων των επιχειρήσεων. Τέτοιες αποφάσεις οδηγούν σε αύξηση του κόστους το οποίο σε περιόδους αρνητικών ρυθμών ανάπτυξης αναμένεται να προκαλέσει σοβαρά ζητήματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Ούτε η ΑΤΑ ούτε η φορολογική μεταρρύθμιση μπορούν να αντικαταστήσουν την κοινωνική πολιτική του κράτους, μόνο να τη συμπληρώσουν. Τα άτομα που βρίσκονται κάτω από το αφορολόγητο ποσό δεν πρόκειται να δουν κανένα όφελος από τη φορολογική μεταρρύθμιση. Μήπως σε αυτή τηn κατηγορία συμπολιτών μας θα έπρεπε να εστιάσουμε για την ενίσχυση των εισοδημάτων των πολιτών; Διότι στην τελική είτε ΑΤΑ ονομάζεται είτε φοροαπαλλαγή ο κάθε πολίτης θα δει τι ποσό χρημάτων θα πάρει στο σπίτι.
Αν κάποιος ανατρέξει από που άρχισαν οι συζητήσεις για την ΑΤΑ και που έχουν καταλήξει, εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ότι ουσιαστικά το τελικό αποτέλεσμα (το οποίο παραλίγο να γίνει συμφωνία) ήταν η αύξηση των ποσοστών παραχώρησης με την παραχώρηση κάποιων φοροαφαιρέσεων στου εργοδότες και κάποια όρια που αναστέλλεται η πληρωμή της. Τοποθετήσεις του στυλ να κλείσει το θέμα της ΑΤΑ τώρα που είναι μειωμένος ο πληθωρισμός, χωρίς μια λύση που θα μπορεί να λειτουργήσει σε περιόδους ύφεσης, ακόμη και στασιμοπληθωρισμού, κρίνονται «κοντόφθαλμες».
Οπότε η συζήτηση θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Για να υπάρχει υγιής οικονομία, ανταγωνιστικές επιχειρήσεις και ενίσχυση της απασχόλησης, η αύξηση του κόστους θα πρέπει να συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ενίσχυση των εισοδημάτων. Σε αντίθετη περίπτωση οι επιχειρήσεις και το κράτος θα βρεθούν με υψηλά σταθερά έξοδα που αποτελούν πρόβλημα σε δύσκολες περιόδους.
Από την άλλη οι επιχειρήσεις, οι οποίες (αυτές με κύπριους μετόχους) με την φορολογική μεταρρύθμιση και την κατάργηση της λογιζόμενης διανομής μερίσματος θα ευνοηθούν αρκετά, θα πρέπει να κατανοήσουν ότι χωρίς ικανοποιημένο προσωπικό επιχειρηματική ανάπτυξη δεν υπάρχει.
Αυτή η θετική πορεία της οικονομίας δεν καταφέραμε να τη μεταφέρουμε στην καθημερινότητα των πολιτών. Προβλήματα στη στέγαση, αύξηση του κόστους διαβίωσης, αυξημένες δόσεις είναι κάποια από τα καθημερινά προβλήματα των πολιτών. Οπότε γίνονται εντονότερες οι διεκδικήσεις.
Ο πρωτογενής τομέας αναιμικός, αυξάνονται οι τιμές στο ψωμί επειδή έκαναν επίθεση σε πλοία οι Χούθι, ενώ παλαιότερα ήμασταν αυτάρκεις, προβλήματα στην προσφορά ακινήτων και «ικανοποίηση» που αποξενώνεται καθημερινά μεγάλο μέρος των περιουσιών, φθάνει να εισπράττονται φόροι και τα δημόσια οικονομικά να έχουν θετικό πρόσημο.
Οποιαδήποτε διαπραγμάτευση, είτε αναφερόμαστε στη διπλωματία είτε στα οικονομικά, απαιτεί ξεκάθαρο σχεδιασμό (χωρίς παλινωδίες, αλλαγές στις προτάσεις χωρίς τεκμηρίωση), αντίληψη του περιβάλλοντος και κυρίως των κινήσεων και των διαθέσεων των υπόλοιπων «παικτών».
Ο Nash, μέσα από τη μελέτη του, απέδειξε ότι σε ένα παιχνίδι με πολλές εναλλακτικές στρατηγικές υπάρχει ένα σημείο ισορροπίας (Nash Equilibrium), όπου οι επιλογές των δύο παικτών δίνουν το καλύτερο αποτέλεσμα και για τους δύο και κανένας δεν μπορεί να πετύχει κάτι καλύτερο αν αλλάξει στρατηγική (νοουμένου ότι ο άλλος παίκτης παραμείνει σταθερός στην απόφασή του). Είναι δηλαδή πιθανόν η συμμαχία των δύο παικτών, παρά το ότι ενδεχομένως να μειώνει το προσωπικό όφελος, να εξυπηρετεί τον κάθε παίκτη ξεχωριστά.
Μέσα από την θεωρία των παιγνίων και το δίλημμα του φυλακισμένου αποκρυπτογραφεί ποια θα ήταν η ενέργεια ενός λογικού ατόμου, που ενεργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του και να μεγιστοποιήσει το όφελός του, σε ένα περιβάλλον όπου όλα τα στοιχεία είναι γνωστά.
Δύο άνθρωποι έχουν συλληφθεί από την Αστυνομία ως ύποπτοι για ληστεία, την οποία έχουν διαπράξει μαζί. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, οι δύο ύποπτοι κρατούνται σε ξεχωριστά δωμάτια, χωρίς να τους δίνεται η δυνατότητα επικοινωνίας.
Αν ο ένας από τους δύο ομολογήσει, κατηγορώντας τον άλλο, τότε αφήνεται ελεύθερος και ο άλλος που δεν έχει ομολογήσει θα καταδικαστεί σε φυλάκιση πέντε χρόνων. Αν ομολογήσουν και οι δύο (δηλαδή προδώσει ο ένας τον άλλο), τότε η ποινή θα είναι δύο χρόνια για τον καθένα. Αν δεν ομολογήσει κανένας, τότε ο καθένας θα καταδικαστεί σε ένα χρόνο φυλάκιση, λόγω έλλειψης στοιχείων.
Παρόλο που το ενδεχόμενο να μη μαρτυρήσει κανένας έχει το καλύτερο αποτέλεσμα (ένα χρόνο φυλάκιση για τον καθένα) το σημείο ισορροπίας -σύμφωνα με το Nash- βρίσκεται όταν και οι δύο ομολογήσουν (δύο χρόνια φυλάκιση ο καθένας).
Και οι δύο κατηγορούμενοι βρίσκονται ενώπιον του ίδιου διλήμματος, όμως δεν έχουν καμία επικοινωνία. Με δεδομένο ότι δε μπορούν να αποκαλύψουν τις προθέσεις τους, ούτε ο ένας γνωρίζει τις αποφάσεις του άλλου, ο κάθε ένοχος θα σκεφτεί ότι αν ομολογήσει είτε θα αφεθεί ελεύθερος είτε θα φυλακιστεί για 2 χρόνια. Αν δεν ομολογήσει όμως και ο άλλος ένοχος το κάνει, τότε θα οδηγηθεί στη φυλακή για πέντε χρόνια.
Φυσικά τα πιο πάνω έχουν ως προϋπόθεση την ύπαρξη «λογικών παικτών» και ξεκάθαρα τα δεδομένα εντός του πλαισίου που έχουν να πάρουν αποφάσεις.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ανασυγκρότηση πριν το φινάλε για την ΑΤΑ: Ύστατη προσπάθεια για επίτευξη συμφωνίας | AlphaNews