Την ώρα που ο ευρωβουλευτής Φειδίας Παναγιώτου έκανε ακροάσεις για το ποιοι θα κατέλθουν ως υποψήφιοι με το κόμμα του Άμεση Δημοκρατία, περνούσε μάλλον απαρατήρητο το γεγονός ότι διεκδικούσε θέση στο ψηφοδέλτιο και άτομο που καταδικάστηκε σε 8 χρόνια φυλάκιση για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου. Το εν λόγω πρόσωπο παρουσιαζόταν από τον ευρωβουλευτή με προκλητική αναίδεια. Είτε γιατί αγνοούσε την σοβαρότητα της κατάστασης και τις προεκτάσεις της παρουσίας του. Είτε γιατί ως καλός γνώστης του αλγόριθμού στόχος του ήταν απλώς τα views και οι αντιδράσεις. Ήταν ωστόσο ένα συμβάν που καταδείκνυε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τους κινδύνους που ελλοχεύουν από τον εξευτελισμό της ψήφου. Αλλά και μία ευκαιρία για τα παραδοσιακά κόμματα να ταρακουνηθούν και να αντιληφθούν πως για να επανακτήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, δεν μπορούν απλώς να τους κουνούν το δάκτυλο ζητώντας τους να κάνουν επιλογές σοβαρότητας. Πρέπει να γίνουν οι ίδιοι σοβαροί. Και γι’ αυτό χρειάζεται να αλλάξουν νοοτροπία, να επαναφέρουν το ήθος στην πολιτική, τις θέσεις αρχής και να προτάξουν πολιτικές θέσεις.
Αντιθέτως, σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον, την πολιτική επικαιρότητα απασχολούσε η απόφαση του βουλευτή της Δημοκρατικής Παράταξης Μιχάλη Γιακουμή, να ανεξαρτητοποιηθεί από το κόμμα του για να διεκδικήσει εκλογή με το Δημοκρατικό Κόμμα. Έθετε ως πρόσχημα ότι δεν συζήτησαν στα συλλογικά όργανα «σοβαρά και θεσμικά», την πρόταση που έριξε μεταχρονολογημένα σε συνέντευξή του ο Νικόλας Παπαδόπουλος για συνένωση των δύο κομμάτων.
Η ανεξαρτητοποίηση του κ. Γιακουμή ωστόσο ήταν και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να γνωρίσει ένα μέρος της κοινωνίας, έναν άφωνο βουλευτή που δεν επέδειξε και καμία ιδιαίτερη κοινοβουλευτική δράση. Αν βεβαίως αγνοηθεί η πολύ αμφιλεγόμενη και προβληματική πρότασή του για χημικό ευνουχισμό όσων έχουν καταδικαστεί για σεξουαλική κακοποίηση και για παιδική πορνογραφία. Ήταν όμως και μία καλή αφορμή για να διαπιστωθεί το μέγεθος του καιροσκοπισμού που διέπει μέρος του πολιτικού προσωπικού. Πως νέα πρόσωπα που διεκδικούν αξιώματα, αντιλαμβάνονται την πολιτική. Γιατί μία ματιά στην ανακοίνωση και την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ο κ. Γιακουμή, επιβεβαιώνουν και στον πλέον καλόπιστο πως η μεταγραφή δεν ήταν προϊόν πολιτικής θέσης αλλά μία καλά υπολογισμένη κίνηση βάσει του που έχει τις περισσότερες πιθανότητες να εκλεγεί. Με τον ίδιο άλλωστε τρόπο κινήθηκε και ο μέχρι πρότινος βουλευτής της ΕΔΕΚ Ανδρέας Αποστόλου. Που από το ΔΡΑΣΙΣ ΚΕΣ που βρισκόταν, προσχώρησε στη Συμμαχία Πολιτών μετά μετακινήθηκε στην ΕΔΕΚ και σήμερα αποφάσισε οτι τον εκπροσωπούν περισσότερο οι ιδέες του ΔΗΚΟ.
Προφανώς οι μεταγραφές δεν είναι ένα σημερινό φαινόμενο. Ανέκαθεν πολιτικά πρόσωπα μετακινούνταν σε άλλους σχηματισμούς ή ανεξαρτητοποιούνταν. Είναι όμως η πρώτη φορά που γίνεται με τέτοιο άκρατο κυνισμό. Αγνοώντας τους όποιους ηθικούς κώδικες και κυρίως αδιαφορώντας να δώσουν στην αποχώρησή τους έστω και το πρόσχημα πολιτικού υπόβαθρου.
Όση ευθύνη όμως έχουν τα πρόσωπα για αυτό τον καιροσκοπισμό, άλλη τόση ευθύνη έχουν και τα κόμματα που τα επιλέγουν, τα προωθούν ή που καιροσκοπικά τα κλέβουν από άλλους σχηματισμούς. Πρόσωπα που δεν τους ενδιαφέρουν οι πολιτικές θέσεις αλλά αποκλειστικά η εκλογή. Γιατί είδαμε στελέχη της ΕΔΕΚ, να μιλούν για πολιτικό τομαρισμό του Ανδρέα Αποστόλου. Όμως όταν κατέβαζαν τον κ. Αποστόλου στο ψηφοδέλτιό τους, δεν φάνηκε να διερωτούνται ποιες άραγε είναι οι κοινές τους θέσεις.
Στο ίδιο πλαίσιο και στελέχη της ΔΗΠΑ χαρακτήρισαν τον Μιχάλη Γιακουμή παλιόπαιδο, ο αντιπρόεδρος Μαρίνος Κλεάνθους έψεξε μεταχρονολογημένα την πρόταση του για χημικό ευνουχισμό ενώ ο δεύτερος αντιπρόεδρος Γιάννος Λακκοτρύπης μίλησε για καλά νέα. Αν όμως ο κ. Γιακουμή ήταν μία τόσο προβληματική περίπτωση, τι λέει για την ίδια την ΔΗΠΑ η εκπρόθεσμη αυτή αντίδραση; Έπρεπε να ανεξαρτητοποιηθεί για να διαπιστώσουν την πολιτική ανεπάρκεια και την έλλειψη ήθους;
Δεν γνωρίζω πόσο θα βοηθήσουν το ΔΗΚΟ σε αυτή τη μάχη επιβίωσης τέτοιου είδους μεταγραφές. Αλλά αν κάτι θα έπρεπε να γνωρίζει, είναι πως οι τυχοδιωκτικές συνεργασίες όσο ηχηρά αρχίζουν, τόσο θόρυβο κάνουν όταν ολοκληρώνονται. Όμως υπάρχει κάτι εξόχως βαθύτερο και πιο σημαντικό από το ωφελιμιστικό κομμάτι. Σε μία εποχή που η γελοιοποίηση της πολιτικής αποτελεί την εναλλακτική, τα παραδοσιακά κόμματα, δεν θα έπρεπε να παίζουν με τους ίδιους κανόνες. Γιατί ο μακιαβελισμός στην πολιτική δεν ευλογείται. Τουλάχιστον όχι μακροπρόθεσμα.



