Παράγοντας σταθερότητας σε μια εποχή αβεβαιότητας ο τραπεζικός τομέας

Παρασκευή, 16/12/2022 - 13:09
Μικρογραφία

Του Μιχάλη Καμμά, Γενικού Διευθυντή Σύνδεσμο Τραπεζών Κύπρου

Εάν υπήρχε ακριβής μέθοδος ή τρόπος μέτρησης των προκλήσεων και των προοπτικών που σήμερα απλώνονται ενώπιον μας χωρίς αμφιβολία θα έδειχνε ότι οι προκλήσεις είναι πολύ περισσότερες και με μεγάλη έκταση, την ώρα που δύσκολα μπορεί να εκτιμηθεί πότε και πως θα αποκλιμακωθούν. Οι εν λόγω προκλήσεις ταλαιπωρούν τις παγκόσμιες οικονομίες και εκτείνονται από την πανδημία που ακόμη έχει αντίκτυπο στην οικονομική και κοινωνική ζωή, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, μέχρι το τεράστιο πληθωριστικό κύμα που ήδη από το Φθινόπωρο του 2021 επηρεάζει τον πλανήτη,  από τον πόλεμο στην Ουκρανία μέχρι την ενεργειακή κρίση και τις αλυσιδωτές επιπτώσεις που προκαλεί. Μέσα σε αυτό το δαιδαλώδες και συχνά μεταβαλλόμενο περιβάλλον ο τραπεζικός τομέας, διεθνώς αλλά και στην Κύπρο, αποτελεί ίσως τον πλέον ισχυρό πυλώνα σταθερότητας.  

Από την πανδημία στον πληθωρισμό

Οι σημερινές συνθήκες αποτελούν συνέχεια μιας συγκυρίας, η διαμόρφωση της οποίας αρχίζει τρία χρόνια πριν και πιο συγκεκριμένα κατά τις αρχές του 2020 όταν η πανδημία απλώθηκε από την Κίνα σε ολόκληρο τον πλανήτη σε μερικές μόνον εβδομάδες. Η σπίθα της υγειονομικής αναταραχής εξελίχθηκε σε παγκόσμια πυρκαγιά, για την κατάσβεση της οποίας χρειάστηκαν τεράστιοι οικονομικοί πόροι, συνεργασία κρατών και ιδιωτικού τομέα, πολλή υπομονή και συνεργασία από τις κοινωνίες, αλλά και σημαντικές παρεμβάσεις και βοήθεια  από τον τραπεζικό τομέα. Ιδίως κατά την πρώτη χρονιά της πανδημίας, αποδείχθηκε πως οι τράπεζες όχι απλώς δεν ήταν μέρος του προβλήματος -σε οποιοδήποτε επίπεδο- αλλά σημαντικό μέρος της λύσης. 

Εντός του πιο πάνω κάδρου δεδομένων οι νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές ήταν επεκτατικές και βοηθητικές με στόχο να καλύψουν τις ανάγκες των κοινωνιών, όπως και οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές, με τα σχέδια αναστολής καταβολής δόσεων για δάνεια, την ελαστικότητα που έδειχναν όσον αφορούσε τις κεφαλαιακές ανάγκες και τις επισφάλειες των τραπεζών. Αξιοποιώντας τα συγκεκριμένα εργαλεία οι τράπεζες παρείχαν ουσιαστικές λύσεις προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, την ώρα που επένδυσαν και οι ίδιες πολύ πιο έντονα στην ψηφιακή μετάβαση, κάτι που είχε πολλαπλασιαστικό όφελος για την οικονομία και αποτέλεσε εφαλτήριο για τη νέα, ψηφιακή εποχή.

Παρά το γεγονός ότι η πανδημική κρίση αποκλιμακώνεται αλλά σε συνδυασμό με τα σημερινά δεδομένα δημιουργούν συνθήκες τέλειας καταιγίδας. Οι πληθωριστικές πιέσεις συνοδεύονται από την ενεργειακή κρίση (έλλειψη διαθέσιμων πόρων, παραγωγής, διάθεσης και αυξημένο κόστος). Παράλληλα, ζούμε συνθήκες και επισιτιστικής κρίσης αλλά και σοβαρών προβλημάτων στις γραμμές τροφοδοσίας. Ταυτόχρονα, οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν μεγάλες μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές που προκαλούν νέα δεδομένα στα δημόσια οικονομικά, στις κοινωνικές συνθήκες, στην αγορά εργασίας και επιχειρησιακά ζητήματα στα κράτη που καλούνται από τη μια να επιδείξουν τον μέγιστο βαθμό ανοχής, ανθρώπινης προσέγγισης και φιλοξενίας και από την άλλη να διαχειριστούν κοινωνικές αντιδράσεις, προβλήματα και απότομες δημογραφικές μεταβολές.

Αλλεπάλληλες προκλήσεις

Η δεύτερη φάση της ταραχώδους τριετίας, η οποία ενέχει τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, ώθησε σε διαφοροποίηση της νομισματικής πολιτικής, κυρίως από την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) όσο και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μέσω τακτικών αυξήσεων στα επιτόκια με στόχο να χαλιναγωγηθεί ο πληθωρισμός. Στον αντίποδα η δημοσιονομική πολιτική λόγω και του κινδύνου της ύφεσης χρειάζεται να είναι επεκτατική, ενώ η ρυθμιστική και εποπτική πολιτική που αφορά τις τράπεζες, από τη μία συνηγορεί προς αύξηση των επιτοκίων και περιοριστική νομισματική πολιτική, από την άλλη αποσκοπεί σε συνέχιση της χορήγησης δανείων για να αποφευχθούν χειρότερες καταστάσεις στην οικονομία, όπως π.χ. ύφεση, αύξηση ανεργίας, μειωμένα έσοδα για τα κράτη γεγονός που ενδεχομένως να επηρεάσει αρνητικά και τη κοινωνική πολιτική.

Παρά τα μεικτά μηνύματα που λαμβάνουν οι τράπεζες από τις εποπτικές και ρυθμιστικές αρχές, τις απαιτήσεις και τις πολιτικές των κρατών και βεβαίως τα θέλω των κοινωνιών δείχνουν -μέχρι στιγμής- να έχουν ισχυρά αντανακλαστικά και να προσαρμόζονται κατά τρόπο αξιοπρόσεκτο  στις ολοένα  αυξανόμενες και μεταβαλλόμενες ανάγκες.

Διπλός μετασχηματισμός

Οι τράπεζες συμβάλουν θετικά στον μετασχηματισμό της οικονομίας όσον αφορά την κλιματική αλλαγή και την ψηφιοποίηση. Βέβαια, ο διπλός αυτός μετασχηματισμός της οικονομίας και της κοινωνίας χρειάζεται νέες επενδύσεις και ανάληψη σημαντικών ρίσκων. Μέσα στο πλαίσιο του ESG οι τράπεζες από τη μια ευθυγραμμίζονται και οι ίδιες ως επιχειρήσεις και παράλληλα αποτελούν παράγοντα υλοποίησης των μεγάλων στόχων της πράσινης μετάβασης, μέσω της ποιότητας του δανεισμού που παρέχουν σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά και της διαρκούς προσαρμογής στα νέα, πράσινα δεδομένα.

Σε διαρκή αναζήτηση ισορροπιών

Οι προκλήσεις που πιέζουν τόσο τις χώρες της Δύσης όσο και την Κύπρο ειδικότερα, ωθούν τις κυβερνήσεις αλλά και τις κοινωνίες στο να ζητούν ακόμη περισσότερα από τις τράπεζες. Προκύπτει ανάγκη για όλο και περισσότερη στήριξη της οικονομίας και της κοινωνίας σε ένα περιβάλλον αστάθειας, αλλά και όπου η νομισματική και δημοσιονομική πολιτική δείχνουν προς αντίθετες κατευθύνσεις, με αυξημένους κινδύνους και αστάθεια στις αγορές.  Για αυτό τον λόγο είναι που υπογραμμίζεται το γεγονός ότι ο πολυδιάστατος ρόλος των τραπεζών ειδικά σε μια περίοδο αστάθειας, αποτελεί ισχυρό παράγοντα σταθερότητας. Ευθυγραμμίζεται με τις πολιτικές των αρχών και των κυβερνήσεων και παράλληλα παρέχει στήριξη, χρηματοδότηση και λύσεις στην κοινωνία. Εκσυγχρονίζεται και προσαρμόζεται, επενδύει και ωθεί προς την κατεύθυνση των αλλαγών, φορολογείται και ρυθμίζεται ίσως περισσότερο από κάθε άλλο κλάδο και παράλληλα συνδράμει τη φοροεισπρακτική διαδικασία της πολιτείας, λειτουργεί με οικονομικούς όρους αλλά και με κοινωνική προσέγγιση.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, το ζητούμενο είναι ότι ως κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να συνεργαστούμε, να προφυλάξουμε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ταυτόχρονα να παράγουμε και να προσθέτουμε αξία στην οικονομία.

Για να γίνει αυτό, χρειάζεται πλάνο, στρατηγική συνεργασία, διάλογος και συνεννόηση όλων των παραγωγικών μονάδων, πολιτικών κομμάτων, Κυβέρνησης και γενικότερα μας κοινωνίας ολόκληρης. Τυχόν αποτυχία θα έχει σημαντικές συνέπειες για όλους μας.