Γιατί τα θύματα κακοποίησης επιλέγουν να μιλήσουν τώρα;

Τετάρτη, 3/3/2021 - 17:52
Μικρογραφία

Αν και το ζήτημα περί κακοποίησης χαρακτηρίζεται επίκαιρο, στην πραγματικότητα ποτέ δεν έπαψε να είναι επίκαιρο. Η βία και η κακοποίηση υπάρχει μέσα στις οικογένειες, στο εργασιακό πλαίσιο και γενικά σε κάθε διαδραστικό περιβάλλον του ατόμου.

Πιο ειδικά σε σχέση με τη σεξουαλική κακοποίηση και ύστερα από τις πρόσφατες καταγγελίες στον χώρο του αθλητισμού έχει δημιουργηθεί ένα κύμα αποκαλύψεων και καταγγελιών στον χώρο του θεάματος. Ενώ η μεγάλη μερίδα του κόσμου στέκεται συμπονετικά δίπλα από τα θύματα που καταγγέλλουν μετά από χρόνια τις τραγικές τους εμπειρίες, ένα μέρος του πληθυσμού με καχυποψία αναρωτιέται γιατί τώρα;

Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα θύματα επιλέγουν την απόκρυψη της παραβίασής τους ή ακόμα να μην βρίσκουν ποτέ το θάρρος να το κάνουν καθώς η αποκάλυψη φαντάζει ακόμα πιο τρομακτική.

Η αυτοενοχοποίηση, η ντροπή, ο φόβος αντιποίνων, η μαθημένη αβοηθησία καθώς και οι ψυχολογικοί μηχανισμοί άμυνας της απώθησης και άρνησης, είναι συνιστώσες μιας περίπλοκης εξίσωσης που οδηγούν το άτομο στη σιωπή.

ΒΔΨ

Ο ψυχολογικός μηχανισμός πίσω από το σημερινό κύμα καταγγελιών είναι απλός και έχει να κάνει με το κουράγιο που αντλούν τα θύματα από άλλα άτομα που συμπάσχουν και έχουν κάνει το βήμα της καταγγελίας. Είτε αυτό εξηγείται από εσωτερικούς μηχανισμούς παρακίνησης, είτε από εξωτερικούς (για παράδειγμα, η πρώτη καταγγελία βρήκε κοινωνική ανταπόκριση) το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Τα άτομα ενδυναμώνονται να προβούν σε καταγγελία με την ελπίδα τόσο της απόδοσης  δικαιοσύνης, αλλά κυρίως της έκφρασης συναισθημάτων και αυτοθεραπείας της ζημιάς που τους προκάλεσε η κακοποίηση.

Η κακοποίηση σε όποια μορφή και να γίνεται πρέπει να είναι καταδικαστέα και οφείλει η κοινωνία να αγκαλιάζει κάθε πρόθεση του θύματος για να μιλήσει ανοικτά για την κακοποίηση όποτε αυτό αποφασίσει, αποδυναμώνοντας έτσι την “αθέατη εγκληματικότητα’’.

Οι ερωτήσεις ‘‘γιατί τώρα… γιατί δεν μίλησαν εγκαίρως; ’’, οδηγούν λανθασμένα το θύμα στη θέση του κατηγορούμενου. Το κλίμα που δημιουργείται έτσι, όχι μόνο δεν ενθαρρύνει το θύμα να καταγγείλει τον θύτη, αλλά προωθεί τη σιωπή, την απενοχοποίηση των θυτών και εν τέλει την ατιμωρησία.

Η ευθύνη της κοινωνίας είναι μεγάλη. Αντί να συνεχίσουμε λοιπόν να επικεντρωνόμαστε στην προσπάθεια να καταλάβουμε γιατί τα θύματα δεν προχωρούν σε έγκαιρη αναφορά, ας δούμε με ενσυναίσθηση την ύστατη αυτή προσπάθεια των ανθρώπων για λύτρωση.

Η βία από άνθρωπο σε άνθρωπο, είναι μια παγκόσμια ‘‘πανδημία» της οποίας η ‘‘θεραπεία’’ είναι γνωστή, αλλά αρνούμαστε να την ακολουθήσουμε.

 

 

Γράφει ο Αντρέας Χατζηκυπριανού

Ο Αντρέας Χατζηκυπριανού είναι πτυχιούχος Ψυχολογίας με τριετή μεταπτυχιακή ειδίκευση στη Σχολική Ψυχολογία. Σήμερα, με υποτροφία αριστείας από το Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών είναι υποψήφιος διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Είναι Ειδικός Επιστήμονας στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Νευροεπιστήμης και εγγεγραμμένος Σχολικός Ψυχολόγος. Είναι μέλος της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρίας και του διεθνούς οργανισμού Σχολικών Ψυχολόγων. Έχει παρουσιάσει την ερευνητική του δουλειά σε διεθνή συνέδρια σε Ευρώπη και Αμερική. Τέλος, εξελέγει Δημοτικός Σύμβουλος το 2017 στο δήμο Αθηένου.

φεδ