του Νικόλα Παπακωνσταντίνου / Υπεύθυνος Χαρτοφυλακίου Επιχειρηματικότητας του Συμβουλίου Παρακολούθησης Κυβερνητικού Έργου ΔΗΣΥ
Εκεί όπου άλλοτε έσφυζε η εμπορική ζωή της Λευκωσίας, σήμερα κυριαρχεί η ακινησία. Η μετατροπή της σε δρόμο αποκλειστικά για λεωφορεία, ταξί και ποδήλατα, χωρίς δυνατότητα προσέγγισης με ιδιωτικά οχήματα, έχει οδηγήσει σε αισθητή οικονομική και κοινωνική απομόνωση.
Η Μακαρίου δεν είναι απλώς ένας δρόμος. Είναι η ραχοκοκαλιά της εμπορικής ζωής της πρωτεύουσας. Στεγάζει εκατοντάδες γραφεία και επιχειρήσεις, από μικρά καταστήματα μέχρι επενδύσεις εκατομμυρίων ευρώ. Η πλήρης απουσία άμεσης οδικής πρόσβασης έχει ήδη οδηγήσει δεκάδες από αυτές σε μαρασμό, με πολλές να έχουν αναγκαστεί να κλείσουν ή να αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο βιωσιμότητας.
Παράλληλα, όλοι οι δρόμοι που οδηγούν στη Μακαρίου είναι σήμερα κλειστοί, εντείνοντας την εικόνα μιας αποκλεισμένης περιοχής και αποτρέποντας την εύκολη στάθμευση. Οι υπάρχοντες χώροι στάθμευσης, τόσο επί της λεωφόρου όσο και στις παρόδους της, παραμένουν ουσιαστικά αναξιοποίητοι.
Η απόφαση για περιορισμό της κυκλοφορίας βασίστηκε σε καλές προθέσεις, την ενίσχυση της βιώσιμης κινητικότητας και του δημόσιου χώρου. Όμως η μέχρι τώρα εμπειρία έχει αποδείξει ότι η εφαρμογή της έγινε χωρίς πρόβλεψη για την επιχειρηματική λειτουργία και την πραγματική ανάγκη σύνδεσης του εμπορικού κέντρου με την υπόλοιπη πόλη. Η εμπειρία άλλων δρόμων της Λευκωσίας δείχνει ότι όταν απουσιάζει η κυκλοφορία, η εμπορική ζωή φθίνει, ενώ το περιβάλλον υποβαθμίζεται.
Δεν μπορεί να αγνοείται η πραγματικότητα που επικρατεί στη Λευκωσία: η πόλη δεν εξυπηρετείται επαρκώς από Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και δεν διαθέτει υποδομές όπως μετρό ή τραμ. Επιπλέον, οι κλιματικές συνθήκες με θερμοκρασίες που συχνά ξεπερνούν τους 40°C το καλοκαίρι, καθιστούν την πεζή ή ποδηλατική μετακίνηση μη ρεαλιστική για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Σε αυτό το πλαίσιο, η απαγόρευση της κυκλοφορίας ιδιωτικών οχημάτων όχι μόνο δεν έχει αποδειχθεί βιώσιμη λύση, αλλά αντιθέτως έχει επιβαρύνει τη λειτουργικότητα του εμπορικού κέντρου και αποθαρρύνει πιθανές νέες επενδύσεις.
Είναι τουλάχιστον αντιφατικό να επιμένουμε στον πλήρη αποκλεισμό των ιδιωτικών οχημάτων από τον βασικό εμπορικό και κυκλοφοριακό άξονα της πρωτεύουσας, την ώρα που οι διαστάσεις του δρόμου και των μεγάλων πεζοδρομίων του
επιτρέπουν την ασφαλή συνύπαρξη πεζών και οχημάτων σε χαμηλή ταχύτητα. Η ίδια η χάραξη του δρόμου ενδείκνυται για ήπια κυκλοφορία, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια των πεζών. Άλλωστε, το ισχύον καθεστώς ήδη επιτρέπει τη διέλευση λεωφορείων και ταξί, γεγονός που καταρρίπτει το επιχείρημα περί πλήρους πεζοδρόμησης. Εφόσον αυτό ισχύει, δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος να αποκλείονται τα ιδιωτικά οχήματα, τουλάχιστον υπό ρυθμισμένες συνθήκες, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην οδό Στασικράτους, όπου η ήπια κυκλοφορία συνυπάρχει επιτυχώς με τη λειτουργία της αγοράς.
Η λύση δεν είναι η επιστροφή σε μια ανεξέλεγκτη κυκλοφορία, αλλά μια λειτουργική συνύπαρξη. Με χαμηλές ταχύτητες και ελεγχόμενη ροή μπορεί να επιτευχθεί το ζητούμενο: μια προσβάσιμη, ασφαλής και ζωντανή Μακαρίου.
Ο Δήμος Λευκωσίας, το Υπουργείο Μεταφορών και η Αστυνομία καλούνται να επανεξετάσουν το ισχύον καθεστώς και να προχωρήσουν άμεσα:
· Στην ελεγχόμενη επανένταξη της κυκλοφορίας ιδιωτικών οχημάτων.
· Στο άνοιγμα των παραδρόμων προς τους βασικούς χώρους στάθμευσης και εξυπηρέτησης.
· Στην υιοθέτηση πρακτικών λύσεων που εξασφαλίζουν τη βιώσιμη κινητικότητα χωρίς να εμποδίζουν την οικονομική δραστηριότητα.
Η σημερινή εικόνα της οδού Μακαρίου δεν μπορεί να είναι αυτή ενός άδειου, αποκομμένου και χωρίς ζωή δρόμου. Η επιχειρηματικότητα απαιτεί πρόσβαση. Η Λευκωσία έχει ανάγκη από ένα εμπορικό κέντρο λειτουργικό, ανθρώπινο και πλήρως ενταγμένο στον ζωντανό αστικό της ιστό.